16 Ιουλίου 2012

ο τέταρτος κρίκος



Κάποιος Σάλητ, ο δεύτερος από τους  πέντε γιους - και ο μόνος σπουδαγμένος - ενός τυρέμπορα από την Τύνιδα,  βγάζει τα προς το ζην πουλώντας κινέζικα σκατολοΐδια στις παραλίες της Αττικής. Ο ίδιος απορεί που βρίσκονται τόσοι βλαμμένοι που αγοράζουν την άχρηστη πραμάτειά του και μάλιστα την ώρα που θα έπρεπε απλά να ευχαριστιούνται το νερό και τον ελεύθερό τους χρόνο.  Από τη στιγμή όμως που η βλακεία των άλλων είναι πηγή εσόδων για αυτόν κουβέντα δεύτερη δε λέει.

Ο Σάλητ σήμερα ξεκίνησε τον ποδαρόδρομο νωρίς. Το ήξερε πως ο καιρός προμηνυόταν καυτός, "Σαν της πατρίδας" έλεγαν στο καφενείο εχθές, έτσι σκέφτηκε πως ζεστός καιρός σημαίνει παραλίες γεμάτες. Και γεμάτες παραλίες μεταφράζονται σε διπλό, μπορεί και τριπλό, μεροκάματο. Ευκαιρία που δεν πρέπει να πάει επουδενί χαμένη.

Τι περίεργο όμως. Πέρα από δυο τρεις ομάδες καβουρντισμένων ανθρώπων με μαλλιά σαν άχυρο - δεν ήταν ντόπιοι αυτοί, μπορούσε να τους ξεχωρίζει πλέον, όχι όπως όταν πρωτόρθε που του 'μοιαζαν όλοι ίδιοι -  που τον κοίταξαν με μισό μάτι, άλλον άνθρωπο δε συνάντησε. Κι ήταν κιόλας δέκα το πρωί.

Έβγαλε το μαντήλι του και σκούπισε τον ιδρώτα του χωρίς να χάσει το βηματισμό του. "Κι ο προφήτης ιδρωμένος θα είναι σήμερα" μονολόγησε και έπειτα χαμογέλασε ένοχα με το βλάσφημο αστείο του. Γύρισε  μηχανικά μετανιωμένος, όπως έκανε από παιδί, τις κόρες των ματιών του προς τον ουρανό, τα φρύδια του ανασηκώθηκαν, έσμιξαν κι έγιναν σύννεφα που άδειασαν βροχή συσσωρευμένου ιδρώτα στα ορθάνοιχτα μάτια του.  Το τσούξιμο τον έκανε να κοντοσταθεί μα πάλι δε σταμάτησε. Με οδηγό τον ήχο της θάλασσας στα δεξιά του, συνέχισε να προχωρεί με κλειστά τα μάτια κάνοντας τα μικρά βήματα ενός τυφλού χωρίς το λευκό μπαστούνι του.

Όταν κατάφερε να ανοίξει τα μάτια του τον είδε. Στα πενήντα μέτρα απ’ αυτόν στεκόταν ένας άντρας μουσκεμένος στον ιδρώτα του, φορτωμένος σαν κι αυτόν με ένα μικρότερο όμως από τον δικό του σάκο. Σαν στράφηκε ο άντρας κατά τη θάλασσα, ο Σαλήτ πρόσεξε πως είχε εκείνο το είδος της  γενειάδας που συναντούσες μόνο σε ανθρώπους της πίστης του. Δικός μας, σκέφτηκε ο Σαλήτ χαρούμενος που θα μιλούσε επιτέλους σε άνθρωπο που πιθανότατα να ‘ναι κι από την ίδια χώρα.  Πάνε κοντά τρεις ώρες που δεν είχε πει ούτε λέξη. Ανοίγει το βήμα του, τον πλησιάζει και με μια κίνηση σαν ελαφριά υπόκλιση του λέει:

-Σαλάμ αλέκουμ.

-Καλημέρα του απαντάω έκπληκτος – δεν είχα αντιληφθεί άλλη ανθρώπινη παρουσία στην παραλία – ενώ την ίδια στιγμή σκέφτομαι πως είναι καιρός να κουρέψω τα ποσειδώνια μούσια μου. Δεύτερη φορά που με περνάνε για άραβα λόγω γενειάδας.

Ο πλανόδιος πωλητής που μόλις καλημέρισα μισόκλεισε τα μάτια του, με κοίταξε μία από πάνω μέχρι κάτω, μ’ έκοψε που λένε, και χωρίς δεύτερη κουβέντα με προσπέρασε μουρμουρίζοντας κάτι ακατάληπτο στη γλώσσα του. Μυστήριος άνθρωπος σκέφτομαι, αλλά πάλι ποιος είναι καλά με τέτοιο καύσωνα; Δεν πρόλαβα κιόλας να τον ρωτήσω αν πουλάει καμιά ηλεκτρική μυγοσκοτώστρα και τράβηξε κατά την ευχή του Θεού.

Τελικά, μια δυο μέρες παραπάνω στην εξοχή δεν έβλαψαν ποτέ και κανέναν, επιβεβαιώνω σχεδόν φωναχτά τη χθεσινή απόρριψη της προγραμματισμένης επιστροφής μου στην Αθήνα. Ειδικά όταν το Σαββατοκύριακο αναλώθηκε φορτωμένο από τα καμώματα εξ αίματος και εξ αγχιστείας ζωντόβολων.

Ισιώνω με το πέλμα μου τα βότσαλα,  απλώνω την ξεσκισμένη ψάθα, και ρίχνω όπως όπως τον μπλε σάκο θαλάσσης με τις άγκυρες  – κληρονομιά κάποιας  θείας – πάνω της. Βγάζω τα ρούχα μου και να ‘μαι - Δευτέρα πρωί - την πιο ζεστή μέρα του χρόνου, να στέκομαι μόνος στην παραλία και να κοιτάζω τη θάλασσα. Πότε πότε σπρώχνω τη ματιά μου προς τον ήλιο. 

Ο εύκολος συνειρμός "παραλία –  αφόρητος ήλιος – άραβας" στην αρχή μου φτιάχνει τη διάθεση, τεντώνω μάλιστα το μέσο και το δείκτη του δεξιού χεριού κάθετα στον ήδη σηκωμένο αντίχειρα σκανδάλη, όπλο παιδικό κολλημένο παράλληλα στον μηρό μου.

Έτσι φαινομενικά νωθρός στεκόμουν όταν μου ήρθε στο μυαλό και ο τέταρτος κρίκος του μυθιστορηματικού συνειρμού – η αλήθεια είναι πως στη λογοτεχνική πραγματικότητα υπήρξε ο πρώτος – και με ξεβόλεψε. Αναρωτιέμαι λοιπόν, πως θα αντιδρούσα αν μου τηλεφωνούσαν σήμερα, ή οποιαδήποτε άλλη στιγμή, τα - πιθανολογώ αναμενόμενα - κακά μαντάτα. Ερώτηση sos, νομίζω  την απάντηση την ξέρω, επιφυλάσσομαι όμως να εκτεθώ κάποια άλλη στιγμή. Είναι τόσο καυτός ο ήλιος που δε μου αφήνει δυνάμεις να επιχειρηματολογήσω.

Σβήνω το τσιγάρο μου, τοποθετώ το κινητό μου τηλέφωνο σ’ ένα βράχο, αν χτυπήσει να το ακούσω και μπαίνω στη θάλασσα. Κολυμπάω καμιά διακοσαριά – ασυνήθιστα πολλά για την κολυμβητική ιδιοσυγκρασία  μου – συνεχόμενα μέτρα. Τόσα έκανα και χθες, αλλά εκείνα ήταν αφιερωμένα αλλού. 



υγ. Αργότερα στην παραλία ξεπλυμένος από ταλαίπωρες σκέψεις συνέχισα τη μελέτη του V του Thomas Pynchon (με απλή ανάγνωση το βιβλίο δε βγαίνει), μάζεψα κατά το σύνηθες αφημένα σκουπίδια άλλων, αντιχαιρέτησα έναν γνωστό,  μίλησα με φίλους στο τηλέφωνο,  πήρα κι έναν υπνάκο. 

Και τώρα σπίτι με κλεψιμαίικο ίντερνετ. Αυτά.

14 σχόλια:

  1. Τόσο μα τόσο Καμύ και Λεμονοστίφτης συνάμα!
    Να, σε τέτοιες αναρτήσεις αναφερόμουν στο προηγούμενο κόμμεντ και περίμενα! Υπερέβης τις προσδοκίες μου! Μεγάλη αναγνωστική ευχαρίστηση! Να είσαι καλά!

    Πίντσον δεν τολμώ να πιάσω. Δεν τολμούσα παλιότερα, που οι διανοητικές λειτουργίες ήταν σε καλύτερη κατάσταση.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Αγαπητή Νίτσα, μάλλον εξαρτάται από ποιο βιβλίο του Πίντσον ξεκινάς. Έχω αρχίσει το "Ουράνιο Τόξο της βαρύτητας" πάνω από 25 φορές (δεν υπερβάλλω) και δε μπορώ να περάσω την τρίτη σελίδα. Στο V είμαι στην 152. Τα δέοντα για τα καλά λόγια.

      Διαγραφή
  2. Τι καλά!!! Σκέψου ότι έχεις και τη θάλασσα εσύ! Και γενειάδα; Πως μπορείς με τόση ζέστη Αλέκουμ; χαχαχαχαχα!
    Ωραία γράφεις πάντως! Και κοίτα να περνάς καλά στα εξοχάς! Και με καλή παρέα ;)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Άσε Ηφ, προσπαθούσα σήμερα όλη τη μέρα να πάω για κούρεμα και όλο έσκαγαν δουλειές άλλων που έπρεπε να τρέξω εγώ. Στάζω ολόκληρος.

      Διαγραφή
  3. Nα γράφεις πιο συχνά :) :)
    Kαι να περνάς όμορφα εις τας εξοχάς!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Θενκς, lefti. Θα ξαναπεράσω καλά στας εξοχάς όταν ξαναπάω. Διάλειμμα ήταν.

      Διαγραφή
  4. Standing on the beach
    With a BOOK in my hand
    Staring at the sea
    Staring at the sand

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Αγαπητέ Μερσώ ;-)

    Θα σου απαντήσω με Νίτσε: “He who has a why to live for can bear almost any how.” Ο ήλιος και η θάλασσα μπορούν να είναι πηγή ζωής αλλά το ίδιο εύκολα γίνονται και έκφραση θανάτου. Η επιλογή είναι δική μας. Το παν είναι πως θα το χειριστείς. Μα τι με βάζεις και λέω καλοκαιριάτικα.... και που'σαι έλα λίγο πιο κοντά να σου πω: αυτό με τα σκουπίδια των άλλων στην παραλία το κάνουμε κι εμείς, αλλά παρατήρησα ότι χρειάζεται όλο και πιο σπάνια...όλο και πιο σπάνια...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ο καλοκαιρινός ήλιος της πατρίδος μας ποτέ δε μου φέρνει συνειρμούς ζωής. Συνήθως ούτε η θάλασσα ανεξαρτήτως εποχής. Είμαι μάλλον ανάποδος.

      Για τα σκουπίδια συμφωνώ. Έχω όμως να παρατηρήσω πως δε μειώθηκαν οι μολυντές αλλά αυξήθηκαν οι συλλέκτες.

      υγ. στην αρχή κατάλαβα “He who has a why to live for α can of beer...."

      Διαγραφή
  6. Σύντροφε μπράβο καταπληκτικός.
    Βέβαια οφείλω να ομολογήσω πως κάτω από τις συνθήκες που δημιούργησες περισσότερο μου άρεσε το 200αρι στη θάλασσα

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. ευχαριστώ Θήφ (καλό ε;). Προς το τέλος του καλοκαιριού που θα το χω συνηθίσει και θα μου είναι ευκολότερο θα σου αφιερώσω ένα. :)

      Μπύρες σήμερα;

      Διαγραφή

Related Posts with Thumbnails