10 Ιουλίου 2014

το βράδυ που πρωτάκουσα Ηλίθια Αστεία

Λίτρα εξατμισμένου νερού κολλούν τα σεντόνια και τα φανελάκια στα σώματά μας, η δροσιά ενός παρηκμασμένου ανεμιστήρα αδυνατεί να μας συνεφέρει οπότε παραδινόμαστε αμφότεροι σε εκείνη την ιδρωμένη μακαριότητα του μεσημεριανού ύπνου που σου επιφυλάσσει ένας καυτός Ιούλιος στην Πάτρα έπειτα από μερικές μπύρες, ίσως και κάποιο ξαναζεσταμένο φαγητό.

Κι αν σήμερα αυτό θα ήταν αρκετό για να ξυπνήσεις στο υπόλοιπο της ημέρας (ή και της νύχτας) σου κακοδιάθετος, προσπαθώντας να διώξεις τον καταραμένο πονοκέφαλο, τότε, 21 ολόκληρα χρόνια πριν, δε σε εμπόδιζε να σηκωθείς απ' το κρεβάτι για μερικές μπύρες ακόμα κ έναν ανήφορο μέχρι το Κάστρο της πόλης, Παίζει μια μπάντα ήχους της οποίας που δεν έχεις ακούσει ποτέ αλλά την ξέρεις μόνο στα χαρτιά. 

Η πρώτη γνωριμία με τους Στέρεο Νόβα είναι δυο φωτοτυπίες που μοιράζονται στην είσοδο του χώρου, δυο τυπωμένα χαρτιά εν είδει μανιφέστου, τα οποία στην αρχή χρησιμοποιώ σαν αντήλιο. 


" Τη συγκίνηση που φέρνει η εκκόλαψη μιας μορφής, η προσαρμογή των διαθέσεων μου στην αυτοδυναμία ενός διαλόγου χωρίς διάρκεια είναι για μένα μια κατάσταση ιδιαίτερα πιο πολύτιμη από τον κορεσμό της δραστηριότητάς μου. είναι η λυδία λίθος για μερικά πνευματικά ψεύδη.
Είναι αυτό το είδος οπισθοχώρησης που κάνει το πνεύμα δώθε από τη συνείδηση που το καθορίζει, για να πάει να βρει τη συγκίνηση της ζωής. Αυτή η συγκίνηση βρίσκεται έξω από το ιδιαίτερο σημείο όπου το πνεύμα την αναζητά, και αναβλύζει με μια πλούσια πυκνότητα μορφών και με μια δροσερή ροή, αυτή η συγκίνηση που ξαναδίνει στο πνεύμα το συγκλονιστικό ήχο της ύλης, ολόκληρη η ψυχή κατρακυλάει εκεί και περνά από το φούντωμα της φωτιάς της. Μα πιο πολύ κι απ’ τη φωτιά, αυτό που θέλγει την ψυχή είναι η καθαρότητα, η ευκολία, η φυσικότητα και η παγερή αγνότητα αυτής της υπερβολικά δροσερής ύλης που αποπνέει το ζεστό και το κρύο.
Αυτή εκεί ξέρει τι σημαίνει φανέρωση αυτής ύλης και η εκκόλαψη της ποιας υποχθόνιας σφαγής είναι το τίμημα. Αυτή η ύλη είναι το στάθμισμα ενός κενού που αγνοείται.
Όταν στοχάζομαι, η σκέψη μου ψάχνει τον εαυτό της μέσα στον αιθέρα ενός καινούριου χώρου. Βρίσκομαι στο φεγγάρι όπως άλλοι βρίσκονται στο μπαλκόνι τους. Συμμετέχω στη διαπλανητική έλξη όντας μέσα στις ρωγμές του πνεύματός μου.
Ξ ζωή θα τραβήξει το δρόμο της, τα γεγονότα θα ξετυλιχθούν, οι πνευματικές συγκρούσεις θα λυθούν, κι εγώ δε θα συμμετέχω σ’ αυτές. Δεν περιμένω τίποτε ούτε απ’ τη φυσική ούτε απ’ την ηθική πλευρά. Για μένα μένει ο αδιάκοπος πόνος και η σκιά, η νύχτα της ψυχής, και δεν έχω τη φωνή να το φωνάξω.

Αντονέν Αρτώ"


Ο ήλιος δεν έχει δύσει ακόμη όταν πιάνουμε θέσεις στα σανίδια των πυρωμένων μεταλλικών κερκίδων, έχει έρθει μαζί μας και μια Μαρία (ή Σοφία) που έκτοτε δεν ξανάδα, εγώ προσπαθώ ματαίως να διαβάσω και να κατανοήσω τις παραγράφους της μεγάλης φωτοτυπίας. 

Θυμάμαι τους 3 ισαπέχοντες συνθετητές στο μέσο της σκηνής, πλεξούδες καλώδια που συστρέφονταν στο έδαφος, εμένα να αδημονώ - όπως κάνω πάντα στις συναυλίες – για τις πρώτες νότες, τον Α. που μου τους είχε προτείνει μερικούς μήνες πριν στο υπόγειο δισκάδικο της Σόλωνος (κοιτάζοντας με αποδοκιμασία αμφότερες τις τότε αγορές μου - Pixies και Μαρίζα Κωχ -), την ώρα να περνάει, ένα αποτυχημένο τελευταίο sound check και τον κόσμο στο κοινό που δεν ήταν πολύς (οι Σ.Ν. δεν έχουν αποκτήσει ακόμα λαϊκό έρεισμα)

Έχει σκοτεινιάσει για τα καλά όταν ο Κωνσταντίνος Β. ο Μιχάλης Δ. και ο Αντώνης Π. βγαίνουν στη σκηνή. Φορώντας φαρδιά ρούχα πυτζάμες κι έχοντας φακούς (ή μήπως ήταν strobo lights;) στα κεφάλια τους.

Μένω εμβρόντητος με τον ήχο που σκάει στα τύμπανά μου. τόσο με τις μελωδίες που αναπαύονται ανάμεσα στον μάλλον πρωτόγνωρο για τα αυτιά μου ζωντανό καταιγισμό των beats όσο και με τη στιχουργική η οποία απομακρύνεται παρασάγγας από τη συνθηματολογική γραφή που έχω συνηθίσει να ευχαριστιέμαι διηγούμενη κατεβατά τοπίων  φτιαγμένων με λέξεις.  Στην αρχή παρακολουθούμε τη συναυλία καθιστοί όπως όλοι με ένα είδος αμηχανίας ανατολικού μπλοκ. 


Ρουφώντας λούπες και ήχους, αποκρυπτογραφώντας - όρθιοι στη συνέχεια – κάθε απαγγελία   του Κ.Β., την ίδια ώρα που συνειδητοποιείς πως κάτι σπουδαίο γίνεται  μπροστά στα μάτια και τα αυτιά σου.  Μνημονεύω ακόμα την εμπειρία του να ακούς τα «Προάστια», τα «Ηλίθια Αστεία» και το «Μικρό Αγόρι» για πρώτη φορά.

Αθήνα μερικές μέρες αργότερα, πρέπει να έχει μπει ο Αύγουστος, με τη Ντισκολάτα υπό μάλης γυρνάω σπίτι μου και ξέρω πως η σχέση μου με τους ΣΝ έχει πλέον εδραιωθεί, πως θα αποκτήσω όλα τα άλμπουμ τους και πως θα τους συναντήσω ζωντανά ξανά και ξανά.





8 σχόλια:

  1. Απαντήσεις
    1. δε φταίω εγώ καλό παιδί που η γέννησή μου χάνεται στην ομίχλη του προηγούμενου αιώνα

      Διαγραφή
  2. Ανεξίτηλες οι πρώτες φορές.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. πονάνε - δεν πονάνε είναι όπως τα λες αγαπητέ ανώνυμε/η

      Διαγραφή
  3. Aνεξίτηλες.. όπως λεει και ο/η ανώνυμος/η πιο πάνω..
    Χθες άκουγα Το παζλ στον αέρα κατα τύχη
    Καλημέρα lemon :)))

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. την καλημέρα μου αγαπητή lefti !!! στέρεο νοβα παντός καιρού και εποχής.

      Διαγραφή
  4. Ζήλεψα... υπέροχες πρωτιές και στιγμές έζησες.
    Είναι καθαρή ποίηση τα τραγούδια τους.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Καλημέρα Teteel, έχει πλάκα που το μετράω κι εγώ "κατόπιν εορτής" ως πρωτιά αφού εκείνη η μέρα δεν ήταν παρά μια ακόμα συνηθισμένη μέρα.

      Διαγραφή

Related Posts with Thumbnails