Ανοίγω το παράθυρο το πρωί και η κυρία Γ. στέκεται ακριβώς απ έξω, δε μπορώ παρά να την καλημερίσω. "Γιατί άλλωστε να μην το κάνω;", θα σκεφτόμουν εάν ήταν οποιοσδήποτε άλλος γείτονας. Η απάντηση όμως ηχεί περίεργα ακόμη και σε μένα τον ίδιο. Γιατί απλά ξέρω πως θα τη δω ξανά και ξανά, πολλές φορές και δις ανά ημέρα, οποτεδήποτε δηλαδή βγω από το σπίτι. Χρόνια τώρα.
Πάω για τσιγάρα και είναι ήδη στο περίπτερο, το ίδιο θα συμβεί και αν πεταχτώ στο φαρμακείο. Όποια ώρα της ημέρας κι αν επιλέξω, πάντα θα υπάρχει αυτός ο τέλειος μα σκιαχτικός συγχρονισμός αφού αυτό δε σταματά στα όρια της γειτονιάς ή/και τα πέριξ.
Είμαι στο μετρό και κατεβαίνω στο Σύνταγμα, η κυρία Γ. βολτάρει στην πλατεία, 'Tι κάνει η μαμά;" με ρωτάει με το που με βλέπει. "Κι ο μπαμπάς καλά είναι;" με ρώτησε προχθές, την ώρα που έμπαινα στην εφορία της Πανόρμου. Μόνο την τελευταία εβδομάδα τη συνάντησα 8 φορές, την ώρα που βγήκα από το σπίτι 5.
"Μια χαρά είναι όλοι" της απάντησα και βιάστηκα να πάω στο πίσω μέρος του λεωφορείου στην αμέσως επόμενη συνάντησή μας. Και έπειτα, στην τράπεζα, τον εθνικό κήπο, σε 2 σουπερμάρκετ, τον περίβολο του νοσοκομείου και στα κεντρικά της ΔΕΗ, η κουβέντα μας συνεχίστηκε...
Την τελευταία φορά που βρέθηκα να περπατώ εκτός οικίας, σκέφτηκα αρχικά το πως θα αποφύγω την προδιαγεγραμμένη μας συνάντηση.
Προσπάθησα να συγκεντρωθώ, μετρώντας τις πλάκες των πεζοδρομίων που πατούσα και κατόπιν τους μοτοσυκλετιστές χωρίς κράνη. Μα σύντομα συνειδητοποίησα πως έτσι υποκύπτω σε ακόμη μία εμμονή….κι αυτό είναι σίγουρα κάτι που δε χρειάζομαι. Ανασήκωσα λοιπόν το βλέμμα και συνέχισα
Το μόνο που μ’ ένοιαζε ήταν να τελειώσω μια σειρά από δουλειές που αναγράφονταν στη λίστα που κουβαλούσα και με είχαν φέρει στην άλλη άκρη της Αθήνας. Παρ’ όλα αυτά έριχνα εξερευνητικές ματιές στον κόσμο γύρω μου να εντοπίσω πρώτος εγώ την κυρία Γ. ή κάποιον από τους διάσπαρτους κλώνους της και να ξεμπλέκω. Πουθενά.
Ξαλαφρωμένος και χαμογελώντας διέσχισα κάθετα την Αχαρνών, πρόλαβα ένα τρόλλεϊ και με το που επιβιβάστηκα – δεν ήταν μέσα - βάλθηκα να διαβάζω την εφημερίδα μου, κοιτώντας μόνο, που και που από το ανοιχτό παράθυρο για να μη ζαλίζομαι.
Δεν ξέρω αν σκέφτηκε: "Πάλι αυτός μπροστά μου!", πάντως με σηκωμένο χέρι η κυρία Γ., με χαιρετούσε, πίσω από τη μεγάλη τζαμαρία του ταχυδρομείου, καθώς το φανάρι γινόταν πράσινο και το βρυχώμενο τρόλλεϊ ξεκινούσε την πορεία του.
Γιατί έχω την αίσθηση ότι αν δεν τη συναντούσες θα ανησυχούσες; Δηλαδή, σκέφτομαι πως εγώ στη θέση σου θα ανησυχούσα για την εξέλιξη τής μέρας μου, ότι κάτι πηγαίνει στραβά αλλά ακόμα δεν έχω εντοπίσει τι.. Ίσως, μάλιστα, ανησυχούσα μήπως είχε πάθει κάτι η κυρία Γ..
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο μέτρημα των πλακών των πεζοδρομίων μάλλον είναι ο πιο κοινός ψυχαναγκασμός. Μικρή θυμάμαι προσπαθούσα να μην πατάω τους αρμούς ανάμεσα στις πλάκες.
Ωραία ιστορία ωραία αφηγημένη!
Tyxaio? Den nomizw...
ΑπάντησηΔιαγραφήΕπαναλαμβάνω το σχόλιο που δεν έφτασε ποτέ.Ο τρόπος που γράφεις παραστατικός, ίσως θα το έλεγες κινηματογραφικός, με στυλ.Μ' αρέσει πολύ. Τα δέοντα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολύ μου άρεσε.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠανταχού παρούσα η κα Γ.
Σαν την συνειδήση μας ένα πράγμα...
το ερώτημα είναι ΤΙ (;) ειναι η κυρία Γ
ΑπάντησηΔιαγραφή@absentminded: Ναι, είναι αλήθεια πως τελικά θα ανησυχούσα αν δεν την έβλεπα. Τέλος καλό όμως...
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο μέτρημα των πλακών των πεζοδρομίων δεν είναι το μόνο "παιγχνίδι" (δε με συμφέρει η λέξη ψυχαναγκασμός) μου, όταν βρίσκομαι στους δρόμους μιας και κατα 99% μετακινούμαι με ΜΜΜ ή πεζός. Η απλή αναφορά των υπολοίπων θα έπιανε άπειρο χώρο
@ vick : αυτό είναι που με φοβίζει κι εμένα...
ΑπάντησηΔιαγραφή@ maxos : από καρδιάς ευχαριστώ φίλε μου Μάχο
@ Teteel : Δεν το είχα σκεφτεί ποτέ έτσι, μα κοίτα που μου έδειξες και μία θετική πλετρά.
ΑπάντησηΔιαγραφή@ ΕρασιτέχνηςΚλόουν : χαχα, έτσι όπως το λες είναι σα να μου'πεσε εμένα ο κλήρος να ...το ανακαλύψω