Όχι, δε θα το άφηνε έτσι, τράβηξε άλλη μια φορά την τσάντα της με όλη του τη δύναμη, σίγουρα ξαφνιάστηκε που την κρατούσε ακόμα τόσο σφιχτά πάνω της. Τότε ήταν που την είδε να ξανανοίγει το στόμα, να τον δαγκώσει πάλι. Άνοιξε κι αυτός το δικό του να την προλάβει. Έκανε μια απότομη κίνηση προς το μέρος της και έκλεισε με δύναμη τις μασέλες του, στο ύψος του ματιού της. Ξέσφιξε τα δόντια του, να ελευθερώσει ένα κομμάτι κρέας. Το είδε που κρεμότανε πάνω στο κίτρινο πρόσωπο της γυναίκας που ούρλιαζε. Άρπαξε την τσάντα και βγήκε στο διάδρομο. Έτρεξε όσο πιο γρήγορα μπορούσε χωρίς να γυρίσει να κοιτάξει πίσω και χάθηκε στα στενά της Κυψέλης.
Λίγες ώρες μετά το μόνο που ξεχώριζε το παραπάνω περιστατικό από τον όποιον “αστικό μύθο” ήταν ετούτο το σημείωμα του διαχειριστή της πολυκατοικίας, κολλημένο στον καθρέφτη του φρεσκοκαθαρισμένου ανελκυστήρα.
Δαγκώθηκα διαβάζοντας στο σημείωμα του διαχειριστή την ειδική αναφορά του ότι επρόκειτο για αλλοδαπό...
ΑπάντησηΔιαγραφή