Ένα τεράστιο ΠΛΑΦ ακούστηκε μέσα στη σιγαλιά της νύχτας. Ο Ν καθισμένος στη βεράντα, μπροστά από την οθόνη του υπολογιστή, σκότωσε ανάμεσα στις παλάμες του ένα αιμοβόρο ανωφελές κουνούπι. Η Δαγκωνιά, ο σκύλος του γείτονα, ξύπνησε ταραγμένη,ανακάθισε για μια στιγμή ακίνητη και γάβγισε μια φορά δυνατά. Εξαγριώθηκε με την ηχώ της φωνής της και ανταπάντησε στο παρελθόν της. Άλλα οκτώ σκυλιά μόλις ξαγρύπνησαν. «Κάτι γίνεται» ίσως σκέφτηκαν και βάλθηκαν να αλυχτούν ομαδικά.
Νευρικότητα και ανησυχία απλώθηκαν στα γύρω σπίτια και κάποια πατζούρια άνοιξαν, οι κλοπές και οι ληστείες είναι συχνές στην περιοχή μας τελευταία. «Σεισμό θα κάνει» σκέφτηκε, πιο ήρεμος ο κος Η. σηκώθηκε αργά απ’ το κρεββάτι του, μα έτρεξε πανικόβλητος, να απενεργοποιήσει το συναγερμό της οικίας του που για 12η φορά άρχισε να ηχεί σήμερα, όλες από δικό του λάθος χειρισμό.
«Μπαμπά, μπαμπά, γρήγορα! Πρέπει να μπήκαν κλέφτες στους καινούριους» φώναξε πιθανότατα ο γιος του αξιωματικού από τη σοφίτα του διπλανού σπιτιού μα αυτός, ακόμα με το σώβρακο, ήταν ήδη έξω, με το όπλο στο χέρι. «Κλείστο επιτέλους το ρημάδι νυχτιάτικα» ακούστηκε πίσω απο κάποιες γρίλλιες - κανείς δεν κατάλαβε ποιές, και έπειτα ένα «Ποιον είπες μαλάκα ρε;» - αυτό από το δρόμο.
Ο φάρος του περιπολικού ήδη πλησίαζε – προφανώς νωρίτερα ειδοποιημένο από κάποιον περίοικο – όταν ακούστηκε ο πυροβολισμός. Τα γαβγίσματα τώρα πολλαπλασιάστηκαν, ενώθηκαν με τις ανθρώπινες στριγγλιές και το θόρυβο από παραθυρόφυλλα που κλείνουν με κρότο. «Μπαμπά, μπαμπά, το παντελόνι σου!» φώναξε σίγουρα ο γιος του αξιωματικού τρέχοντας πίσω από το περιπολικό, με ένα ακαθόριστο κομμάτι υφάσματος στο χέρι.
Ο Ν είχε πέσει για ύπνο όταν λίγο αργότερα έφτασε το ασθενοφόρο. Άκουσε τη σειρήνα να σταματά, πόρτες αυτοκινήτου να ανοίγουν και να ξανακλείνουν με δύναμη και ομιλίες που παρ’ όλο που ήταν δυνατές δεν ξεχώριζε τα λόγια. Είχε εντωμεταξύ τυλιχτεί με το σεντόνι μέχρι τ’ αυτιά, πάση θυσία να γλιτώσει από ένα κουνούπι που τον περιτριγύριζε.
Αύγουστος 2010 ,
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου