"Ποιος είναι στο τηλέφωνο τέτοια ώρα;"
"Τίποτα, όλα καλά κοιμήσου", είπα και σηκώθηκα από το κρεβάτι. Ξυπόλητος στο παγωμένο μωσαϊκό της κουζίνας, προσπάθησα να συνειδητοποιήσω τι γινόταν και έπειτα με άκουσα σχεδόν μέσα από τον ύπνο μου να απαντώ:
“Μην ανησυχείς ρε θείε, όνειρο ήταν, ναι στο ορκίζομαι”, δεν ήμουν όμως καθόλου σίγουρος, μάτι δεν ξανάκλεισα όλο το βράδυ.
Ζήτησα άδεια και έφυγα νωρίτερα από τη δουλειά, πήρα τον ηλεκτρικό και έφτασα τρεχάτος, να καταλάβω τι ήταν αυτό που αναστάτωσε νυχτιάτικα το θείο. Βρήκα πόρτες κλειδωμένες και πατζούρια κλειστά, ανησύχησα, μα ευτυχώς μου άνοιξε η κυρία που τον φρόντιζε.
"Χειροτέρεψε" μου είπε.
Αμα τον είδα ξαπλωμένο, του γέλασα σα να μη τρέχει τίποτα κι εκείνος βάλθηκε να μου διηγείται τη βραδινή ιστορία από την αρχή:
“Με κοίταζε, σου λέω την αλήθεια παιδί μου, ψηλός, να εκεί στεκόταν, στη βεράντα έξω από τη μπαλκονόπορτα ακίνητος, με μαύρο κουστούμι και με κοίταζε, το πρόσωπό του δε το 'βλεπα. Και μη πείς πάλι για όνειρα και κολοκύθια, δεν κοιμόμουν, του φώναζα να φύγει, ποιος να ήταν; φύγε του φώναζα ”
“Κλέφτης”, μου 'ρθε και είπα, “ κανένας κλέφτης θα ήταν μπάρμπα”, τον είδα που ηρέμησε. Ανακάθησε στα σεντόνια του και είπε:
“Δίκιο θα χεις, ευτυχώς που είχα κατεβασμένα τα ρολά και δε μπόρεσε να μπει. Και να έμπαινε πάλι, τι να κλέψει; Η τρομάρα όμως μου περίσσεψε.”
Τρεις νύχτες αργότερα ο θείος ξαναείδε τον άντρα με το μαύρο κουστούμι, στο νοσοκομείο αυτή τη φορά, έξω από τη μπαλκονόπορτα του 411. Του φώναξε να φύγει πολλές φορές – μου το βεβαίωσε ο πιτσιρικάς του διπλανού κρεβατιού που τον άκουσε -. Είχε ξημερώσει όταν ο ψηλός άντρας του έκανε το χατίρι, αλλά αυτή τη φορά δεν κίνησε μόνος.
Εφτασα στο νοσοκομείο λίγο αργότερα, είχε φέξει για τα καλά. Βγήκα στο μπαλκόνι και άναψα ένα τσιγάρο. Βγήκε μαζί μου και ο πιτσιρικάς από δίπλα με το διαλυμένο του χέρι, και το σπασμένο του κρανίο.
“Ρε φίλε να σου κάνω μια τράκα;” , του έδειξα με τα μάτια το πακέτο με τον καπνό μου. ”Κοίτα, μη στεναχωριέσαι, ήμουν εγώ μαζί του τη νύχτα, θα τον διώξουμε τον καργιόλη παρέα του φώναζα, άλλο που δεν τα καταφέραμε” είπε.
Νοέμβριος 2008, τέτοιες μέρες
Πολύ τρυφερό και συγκινητικό κείμενο!
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ φράση του νεαρού στο νοσοκομείο με "άγγιξε" με περίεργο τρόπο.
Ένας άγνωστος βοήθησε τον θείο σου να "αντιμετωπίσει τον καργιόλη", άλλο που δεν τα κατάφερε... όπως είπε.
Υπέροχο... η καλοσύνη των ξένων...
@ Teteel: είναι αλήθεια, η καλοσύνη των ξένων "χτυπάει" δυνατότερα.
ΑπάντησηΔιαγραφήoυφ,ψυχοπλακωθηκαμε
ΑπάντησηΔιαγραφή@ Jenk: αυτά έχει η ζωή...
ΑπάντησηΔιαγραφή