Μπορεί να φαίνεται (και ίσως και να είναι) λίγο παραξεχειλωμένη η φάση με τα #hashtags, τα "je sui …." γραμμένα σε banners, πανιά και χαρτόνια σε σιωπηλές διαμαρτυρίες, τα επιχρωματισμένα στα χρώματα μεσίστιων σημαιών προφίλ, τα αναμμένα «εις μνήμην» κεράκια στα αστικά πεζοδρόμια έπειτα από κάθε δραματικό κι αιματοβαμμένο γεγονός αλλά και πάλι κατά τη γνώμη μου δεν είναι ό,τι χειρότερο μπορείς να δεις/διαβάσεις/ακούσεις αυτές τις μέρες.
[Φυσικά και δεν αναφέρομαι στην περίπτωση όπου όλα τα παραπάνω κατακλύζουν πραγματικούς τε και δικτυακούς χώρους ανθρώπων που έζησαν, είδαν κι άκουσαν και μύρισαν από κοντά, επηρεάστηκαν, γειτόνεψαν, θρήνησαν, ίδρωσαν, φοβήθηκαν κ.ο.κ. με τα γεγονότα καθεαυτά. Εκεί νομίζω πως πρόκειται για απόλυτα φυσιολογικές ανθρώπινες αντιδράσεις· πιθανόν κι ενδεδειγμένες ως θεραπευτικές μέθοδοι ή κινήσεις ίασης συλλογικών υποσυνείδητων τραυμάτων. ]
Ακόμα και αν παραδεχτούμε πως πίσω απ' αυτά κρύβεται ένα (έστω και μεγάλο κομμάτι) κάποιας μπασκλάς ανερμάτιστης μόδας ή ενός λωλαμένου χιψτερισμού, ε, ΔΕΝ έγινε και τίποτα τρομακτικά αξιοκατάκριτα επιλήψιμο. Μία μόνο στις εκατό πιθανότητες ειλικρινούς έκφρασης αλληλεγγύης ή συμπόνιας να βρίσκεται από πίσω, τότε - τουλάχιστον για μένα - τούτο το φαινόμενο δικαιολογείται. Το παίρνει το συγχωροχάρτι παρότι δεν ξεπλένεται από την ελαφρότητα (ή γελοιότητα κατα άλλους) της ποπ καθημερινότητας που ίσως το διακρίνει.
Το έχουμε δει παλιότερα (911, Charlie Hebdo, ) το είδαμε ξανά και τώρα αμέσω μετά τα αποκρουστικά χτυπήματα των τρομοκρατών στο Παρίσι.
Αυτή που δεν μπορώ να καταλάβω όμως καθόλου, είναι μια άλλη, έτερη ομάδα ανθρώπων, τις παρυφές της οποίας μπορώ να διακρίνω ακόμα και ανάμεσα σε συνομιλητές και φίλους – πραγματικούς, δικτυακούς ή ενίοτε κατόχους και των δύο ιδιοτήτων. Αποτελείται δε από άτομα που στέκουν από άποψη κριτικοί(;) απέναντι σε ο,τιδήποτε κι αν συμβαίνει.
Παρατηρώντας λοιπόν αυτοί η κατηγορία των ανθρώπων αυτή, την επικαιρότητα του σήμερα για παράδειγμα και συγκρίνοντας τον χρόνο που αφιερώθηκε στη μετάδοση μιας τραγωδίας με θύματα Ευρωπαίους (Γαλλία) με την αναντίστοιχη προβολή ανάλογων γεγονότων με θύματα Αφρικανούς (Κένυα) ή Ασιάτες (Λίβανος) από τους ίδιους θύτες, υγιώς και δικαιολογημένα σκεπτόμενη διερωτάται γιατί κάποιες τραγωδίες να ζυγίζουν και να μετράνε περισσότερο ή λιγότερο από άλλες. Μέχρις εδώ ουδέν μεμπτόν.
Το κακό είναι όταν οι θιασώτες της ομάδας αυτής δε συγκρατούν εκεί τις σκέψεις τους ή/και δεν τις αυτολογοκρίνουν. Το κακό είναι όταν αντί να τα βάλουν με τους ίδιους τους τούς εαυτούς που τόσα χρόνια συνήθισαν να σκέφτονται, να θυμούνται και να εστιάζουν με τους όρους θέασης που έχουν θέσει τόσο τα ΜΜΕ όσο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης , καταφέρονται ενάντια στα ίδια τα συμβάντα και τα γεγονότα καθαυτά. Με τον γκρινιάρικα αυτάρεσκο τρόπο ενός αιώνιου έφηβου αντιρρησία.
Οι φωτογραφίες του σκελετωμένου από την πείνα παιδιού με λεζάντα «Γι αυτό το παιδί δεν κλάψατε όμως» που αναρτήθηκαν ως σχόλιο κάτω από εκείνη, την αμφιλεγόμενη (ως προς το αν ήταν δημοσιεύσιμη ή όχι) του πνιγμένου προσφυγόπουλου που έγινε viral πριν λίγο καιρό είναι δυσερμήνευτες από εμένα. Δηλαδή; Τι θες να πεις; Αν (κακώς) δεν προβλήθηκε το ένα βάρβαρο γεγονός αυτό σημαίνει πως δεν πρέπει να προβληθεί και το δεύτερο; Πρέπει να εγερθεί κάποιο είδος ενοχής σε όσους συνταράχτηκαν με την εικόνα της σωρου ενός (ακόμα) παιδιού;
Πρέπει να ντυθεί την ντροπή που υποκριτή όποιος βούρκωσε βλέποντας τις εικόνες από το Παρίσι; Γιατί κι εκεί το ίδιο έγινε.
Θεωρώ πως είναι τελείως ηλίθια η «δικαίωση» μιας ολόσωστης κατά τ’άλλα παρατήρησης για τα δάκρυα και το μελάνι που δε χύθηκαν σε ρεπορτάζ και μονόστηλα εφημερίδων για το μακελειό των τζιχαντιστών στη Βυρηττό όταν αυτή (η δικαίωση) συνοδεύεται με ρητορική που αγγίζει τα όρια του απεχθούς γα τα γεγονότα με τους νεκρούς της Γαλλικής πρωτεύουσας
Εκεί που θα έπρεπε ακόμα κι αν βαριέσαι να συμμετάσχεις σε οποιαδήποτε ενεργή δράση να ξεσηκωθείς έστω και με την απείρως απειροελάχιστη δύναμη που σου δίνει το πληκτρολόγιο και να ρίξεις τις παραμικρές σου βολές κατά των κατ' εσέ υπαιτίων για την ανά εθνικότητα κοστολόγηση της ζωής, το μόνο που βρήκες να γράψεις (ή να πεις) ήταν «Ας μην ήταν Γάλλοι και σου έλεγα εγώ» κάτω από τη φωτογραφία των Γάλλων θαμώνων του Μπατακλάν.
Παραλογισμός,, – λες και έφταιγαν οι δολοφονημένοι που γεννήθηκαν και πέθαναν Γάλλοι - .