Θέατρα, μουσικές σκηνές, εργαστήρια τέχνης από τη μια, μπουρδελα, κατειλημμένα ετοιμόρροπα κτίρια, οδομαχίες με σπαθιά από την άλλη. Κοινός παρονομαστής η πηχτή μυρωδιά του κάτουρου που διαχέεται και καλύπτει τα πάντα. Μεταξουργείο. Το κέντρο της πόλης, που αρνείται να ερημώσει, μόνο εποικείται ξανά και ξανά από κάθε λογής πληθυσμούς, μια δυο τρεις φορές.
Και εγώ συνεχίζω να το περπατώ όπως παλιά. Με τις μητροπολιτικές μου μνήμες να με προστατεύουν και να με συνταιριάζουν στο αστικό αυτό χώρο που ανέκαθεν υπήρξε …κακόφημος.
Εξακολουθώ να ρίχνω τη ματιά μου σε κτίρια κι ανθρώπους, υπάκουος στις επιβολές της όποιας μου διάθεσης. Ξαναγράφω γνώριμες διαδρομές, παρακολουθώντας και φωτογραφίζοντας την πόλη μου που αλλάζει αναπόφευκτα. Διεκδικώντας το κομμάτι της πόλης που μου αναλογεί, παραμένοντας - αναίτια ίσως - άφοβος, απρόσβλητος από το ειδησεογραφικά μεταδιδόμενο μικρόβιο του τρόμου.
Μέχρι πρότινος πίστευα πως το κέντρο της πόλης γεννά αντανακλαστικούς φόβους μόνο στους «Αθηναίους» των προαστίων, τους εξ επαρχίας επισκέπτες και περισσότερο δικαιολογημένα στις ασυνόδευτες γυναίκες.
Εντυπωσιακά διαψεύστηκα ωστόσο τις προάλλες παρατηρώντας το φίλο Τ. Βέρος Αθηναίος ο ίδιος και άλλοτε δεινός περιπατητής των δρόμων αυτών, απώλεσε σε δυο μόλις χρόνια απουσίας από την πρωτεύουσα τα βασικά αντισώματα προσαρμογής του. Κάτοικος πλέον της ευρύτερης παράλιας Αττικής, αισθάνθηκε αμήχανα αν όχι αγχωμένα στα πέριξ του Μεταξουργείου με την αρτηριακή του πίεση να επιστρέφει στα φυσιολογικά επίπεδα μόνο άμα τη απομακρύνσει μας από την περιοχή.
"...Hello friend, welcome home..."
ΑπάντησηΔιαγραφή