Είναι το αίσθημα της γαλήνης – έστω και εκείνης της καλοκαιρινά ιδρωμένης – που δεν με έχει κυριεύσει ακόμη. Μπορεί να μ΄έχει περιτριγυρίσει, να έχει φτερουγίσει γύρω από το κεφάλι μου για κάποια σκόρπια λεπτά αλλά είναι σίγουρο πως δεν προσγειώθηκε τελικά σττους ώμους μου, δεν στεφάνωσε τα αλατισμένα μαλλιά μου ούτε έκανε να αναθαρρήσουν κάτω από τον ήλιο οι τρίχες στα καμμένα μπράτσα μου.
Ίσως να το έδιωξα άθελά μου εγώ ο ίδιος, ίσως να το φόβισε η παραδοξότητα του άγχους που γεννάται λόγω έλλειψης άγχους και να διάλεξε τελικά για συντροφιά κάποιον άλλο αντί εμού. Αυτό σκεφτόμουν σήμερα καθισμένος στη σκιά του παράλιου βράχου μου, σχεδόν τρεις εβδομάδες στην εξοχή, όταν ξαφνικά ένα μεγάλοαρκούντως σκοτεινό για την εποχή σύννεφο σκίασε τον ήλιο. Κάποιες ακτίνες που κατάφεραν να του ξεφύγουν φώτισαν τα πάντα γύρω μου διαφορετικά. Η θάλασσα, τα βότσαλα και η άμμος, τα μεγάλα βράχια απέκτησαν καινούριες σκιές αφήνοντας το βλέμμα μου να περιπλανηθεί πάνω τους σαν η τριακοσιοστή φορά που τα τα έβλεπα να ήταν η πρώτη.
Και τότε ήταν νομίζω που είδα να ξεπλένεται από τα κύματα το πρόσωπό τ(Τ)ου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου