30 Αυγούστου 2016

οι ζελέδες στα νοσοκομεία είναι πάντα κόκκινοι


Είναι τα τρία χειρουργεία που έχω στο ενεργητικό μου (στα 4, στα 40 και τα 44 μου) που μ’ έκαναν να  νιώσω ιδιαίτερα κατάλληλος ώστε να εμψυχώσω και να προετοιμάσω το 5χρονο βαφτιστήρι μου προχθές το πρωί, λίγες ώρες  πριν εγχειριστεί και ο ίδιος.

- Μη φοβάσαι Όντυ, του είπα πριν φύγει για το νοσοκομείο. Δε θα καταλάβεις και πολλά.

Στην αρχή θα σου δώσουν ένα βραχιολάκι με τ’ όνομά σου γραμμένο πάνω, θα σου κάνουν κάποιες βαρετές εξετάσεις: αίματος, καρδιας, ακτινογραφία, κι έπειτα θα βαρεθείς ακόμα περισσότερο να περιμένεις νηστικός και διψασμένος να έρθει η σειρά σου.  Θα γδυθείς και θα φορέσεις ένα γαλάζιο ρούχο σα χάρτινο φουστάνι – άμα έχεις όρεξη βγάλε και μια φωτογραφία, «Να κοίτα και τη δική μου» -  κι έπειτα θα περάσει να σε πάρει από το δωμάτιο σου κάποιος νοσηλευτής με ένα φορείο.  Όσο είσαι ξαπλωμένος στο χειρουργείο  θα σου βάλουν ένα σωληνάκι στο χέρι για τον ορό και μετά, - κι εδώ είναι το καλύτερο -, κάτι να αναπνεύσεις που θα σε κάνει να κοιμηθείς πριν καν το καταλάβεις!  Όταν ξυπνήσεις όλα θα έχουν πάει καλά και θα σου δώσουν να φας ένα κόκκινο ζελέ.

Στην αρχή ο μικρός με άκουγε με μια σχετική χαλαρότητα – αν και αγχωμένος -. Ως περίεργος και φιλομαθής έκανε μάλιστα και δυο τρεις διευκρινιστικές ερωτήσεις, όσο εγώ καμάρωνα για τις  παιδαγωγικές μου ικανότητες. Τελειώνοντας όμως τον (σχεδόν) μονόλογο μου τον είδα βουρκωμένα τρομοκρατημένο να τρέχει προς τη μάνα του.

«Ρε μαμά, δεν το θέλω το ζελέ! Δεν θα το φάω, να το ξέρεις», τον άκουσα να γκρινιάζει.

- Έγιναν όλα όπως στα είπα μικρέ; τον ρώτησα όταν όλα πήγαν καλά και πήγα να τον επισκεφτώ στο νοσοκομείο.


«Ναι. Όλα. Μόνο ζελέ δεν μου έδωσαν», χαμογέλασε κουρασμένος. «Έβγαλα και φωτογραφία».

#

υγ1. Ζελέ τελικά του έδωσαν αλλά αργότερα. Δεν το έφαγε.
υγ2. Γιατί οι ζελέδες στα νοσοκομεία είναι πάντα κόκκινοι;

18 Αυγούστου 2016

μια άλλη P.J.

η P.J.

Πορτοκαλί χρώματος αυτή, με τέσσερα πόδια, ριγέ ουρά και ατέλειωτη όρεξη για φαγητό, ξάπλα, και τρίψιμο σε ζώσες (κυρίως) αλλά και μη επιφάνειες, ανακηρύσσεται η ηρωίδα του φετινού μου καλοκαιριού.

Θείο δώρο (γι αυτό και επέμενα να την ονομάσουμε κατά το λαϊκότερον Θεοδώρα αλλά δεν πέρασε η γνώμη μου) που πρωτονιαούρισε πριν 20 ημέρες, τρίτη μέρα τότε στην εξοχή, τρίτη μέρα παράδοξης και ασφυκτικής περικύκλωσης από διαβόητα τρωκτικά του αγρού. 

Θείο δώρο γιατί γάτα δεν είχαμε δει από τα καλοκαιρινά αυτά μέρη την τελευταία τεσσαρακονταετία.

Δεν είμαι σίγουρος αν εποίκησε τη βεράντα του σπιτιού επειδή αγάπησε περισσότερο τις υπάρξεις μας ή τις κονσέρβες σκουμπρί και καπνιστού σολωμού που της προσφέραμε αφειδώς (τουλάχιστον τις πρώτες ημέρες πριν την αγορά γατοτροφής), το βέβαιο όμως είναι πως δεν ξανακούστηκε από τα χείλη μου εκείνο το ανατριχιασμένο  «Ρε που να πάρει το γ αναθεματισμένο», στη θέα του όποιου θαρραλέου ποντικιού είχε τα κότσια να βολτάρει πάνω στα κάγκελα του σπιτιού.

Δεν είχα ποτέ μέχρι σήμερα τη συνήθεια να χαριεντίζομαι με γάτες αλλά οι συνήθειες είναι για να σπάνε. Έτσι δεν είναι;

16 Αυγούστου 2016

η "Πόλη στις φλόγες" καλοκαιριάτικα


Οι προσδοκίες που έτρεφα, τέτοιες ώστε να το κρατήσω αδιάβαστο στη βιβλιοθήκη μου για 7 σχεδόν μήνες προκειμένου να το απολαύσω στις διακοπές, μάλλον αποδείχτηκαν υπερβολικά μεγάλες. Ο λόγος για το «Πόλη στις φλόγες», το βιβλίο-τούβλο (όπως το αποκάλεσαν ουκ ολίγοι αναγνώστες άμα τη κυκλοφορία του) των 1200 σελίδων του Garth Risk Hallberg (εκδόσεις Κεδρος/2015).

Ένα μυθιστόρημα που αναφέρεται ενδελεχώς στην έκρηξη του πανκ-ροκ και την ηχογράφηση του πρώτου(?) δίσκου της σκηνής, στις επαναστατικές σέχτες της εποχής, τα δολοπλόκα άδυτα του οικονομικού κόσμου, τη μοναξιά, τις καταχρήσεις και τον Αμερικάνικο εν γένει τρόπο ζωής. 

Ο άξονας περιστροφής του μικροσύμπαντος των γεγονότων που διαδραματίζονται στη Νέα Υόρκη συντονίζεται στην παραμονή της Πρωτοχρονιάς του 1977 και τους 2 απανωτούς πυροβολισμούς που πέφτουν εκείνη τη στιγμή στο Σέντραλ Παρκ, την ίδια ώρα που τις άκρες των νημάτων που τον κάνουν να γυρίζει κρατούν πλήθος χαρακτήρων: Ο σακάτης αστυνομικός, ο αλκοολικός ρεπόρτερ, ο καταραμένος καλλιτέχνης, τα πρεζάκια, ο ομοφυλόφιλος μαύρος καθηγητής, η Εβραία χήρα, τα μέλη του protopunk συγκροτήματος αλλά κι εκείνα της επαναστατικής σέχτας, ο δαίμονας αδελφός αλλά κυρίως οι νεολαίοι πανκ ρόκερς που έχουν και το περισσότερο ενδιαφέρον.

Οι περισσότεροι εκ των πρωταγωνιστών παρότι διαθέτουν το απαραίτητο βάθος χαρακτήρα που θα μπορούσε να σε κάνει να ταυτιστείς (τουλάχιστον με κάποιους από αυτούς) και να μπεις για τα καλά στην υπόθεση που διαβάζεις δε νομίζω πως καταφέρνουν να ξεφύγουν από τα στερεότυπα που έχει θέσει η ποπ κουλτούρα παλαιότερων αναγνωσμάτων, ταινιών (κυρίως), ακόμη και τηλεοπτικών σειρών.

Αν κάποτε κυκλοφορήσει εικονογραφημένο ως φιλμ (ή καλύτερα ως τηλεταινία) θα είμαι από τους πρώτους που θα το δουν ελπίζοντας πως όχι μόνο οι υπερβολικές θα τις έλεγα συμπτώσεις (που μπορεί να κάνουν τον μυθιστορηματικό κόσμο του Hallberg να γυρίζει καλολαδωμένα και αβίαστα αλλά στερούνται ειλικρίνειας) οι οποίες συμβαίνουν στη ροή της υπόθεσης του βιβλίου δε θα με ενοχλούν αλλά κυρίως πως η ματιά του κατάλληλου σκηνοθέτη μπορεί να δόσει εκείνη την πιο «βρωμικη» πνοή που λείπει από το όλο πόνημα. 

*Δε μετάνιωσα που το διάβασα (παρόλο που κουβαλούσα τα κιλά του καθημερινά στην παραλία), ούτε θεωρώ χάσιμο χρόνου τις ώρες ανάγνωσής του, απλά περίμενα πολύ περισσότερα (Είναι το hype ρε ηλίθιε!).

13 Αυγούστου 2016

XLVI σημαίνει 46



46, ο τηλεφωνικός κωδικός κλήσης της Σουηδίας, η σχετική μοριακή μάζα της αιθανόλης και ο αύξων αριθμός της πολιτείας της Οκλαχόμα. 

Σαρανταέξι τα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, ο ατομικός αριθμός του Παλλάδιου Pd όπως κι εκείνος των ανθρώπινων χρωμοσωμάτων. 

10 Αυγούστου 2016

το πρόσωπό του



Είναι το αίσθημα της γαλήνης – έστω και εκείνης της καλοκαιρινά ιδρωμένης – που δεν με έχει κυριεύσει ακόμη. Μπορεί να μ΄έχει περιτριγυρίσει, να έχει φτερουγίσει γύρω από το κεφάλι μου για κάποια σκόρπια λεπτά αλλά είναι σίγουρο πως δεν προσγειώθηκε τελικά σττους ώμους μου, δεν στεφάνωσε τα αλατισμένα μαλλιά μου ούτε έκανε να αναθαρρήσουν κάτω από τον ήλιο οι τρίχες στα καμμένα μπράτσα μου.

Ίσως να το έδιωξα άθελά μου εγώ ο ίδιος, ίσως να το φόβισε η παραδοξότητα του άγχους που γεννάται λόγω έλλειψης άγχους και να διάλεξε τελικά για συντροφιά κάποιον άλλο αντί εμού. Αυτό σκεφτόμουν σήμερα καθισμένος στη σκιά του παράλιου βράχου μου, σχεδόν τρεις εβδομάδες στην εξοχή, όταν ξαφνικά ένα μεγάλοαρκούντως σκοτεινό για την εποχή σύννεφο σκίασε τον ήλιο. Κάποιες ακτίνες που κατάφεραν να του ξεφύγουν φώτισαν τα πάντα γύρω μου διαφορετικά. Η θάλασσα, τα βότσαλα και η άμμος, τα μεγάλα βράχια απέκτησαν καινούριες σκιές αφήνοντας το βλέμμα μου να περιπλανηθεί πάνω τους σαν η τριακοσιοστή φορά που τα τα έβλεπα να ήταν η πρώτη.

Και τότε ήταν νομίζω που είδα να ξεπλένεται από τα κύματα το πρόσωπό τ(Τ)ου.
Related Posts with Thumbnails