20 Δεκεμβρίου 2011

παίρνω τα πατατάκια μου και φεύγω



 1
Ένας σταυρός ήταν χαραγμένος στην πλάτη του, σχηματισμένος από προτάσεις στα λατινικά που δεν πρόλαβα να διαβάσω. Γύρω του δεκάδες άλλα ταττού. Είχε μόλις βγάλει τη μπλούζα, την πέταξε στο πάτωμα του βαγονιού κι όπως ήταν έτοιμος να προστρέξει το φίλο του που έτρωγε βρωμόξυλο λίγο παραδίπλα, ακινητοποιήθηκε από 2-3 επιβάτες, παραδόξως τους γηραιότερους του μισοάδειου τρένου.

Σαν αποκλεισμένος σε γωνία του ρινγκ πριν τελειώσει ο αγώνας, τον είδα να παίρνει φόρα και να κοπανάει με μανία το κεφάλι του στη μεταλλική μπάρα που κρατάει τα διαφημιστικά πλακάτ. Ο κόσμος του γύρω αραίωσε. 

Ο φίλος του, Ρουμάνος κι αυτός μα με φάτσα κολεγιόπαιδου, έχοντας την πλάτη κολλημένη στο καναβάτσο του βαγονιού, φώναζε "τρανκουίλο τρανκουίλο" σε ένα ελληνόπουλο - απ΄αυτά που δε θα ήθελες ούτε για γείτονα - που καθισμένο καβάλα στο στέρνο του συνέχιζε να τον χτυπά. 

Σηκώθηκα κι εγώ από τη θέση μου, πλησίασα φοβισμένα μη φάω καμιά αδέσποτη, και προσπάθησα μάταια να τον ηρεμήσω, άρχισε να μου μιλάει στα ρουμάνικα, do you speak english? τον ρώτησε μια κοπέλα κρυμμένη πίσω μου καθώς το τρένο έκοβε ταχύτητα να βγει από τη σήραγγα. 

 Στάθηκα ο μισός έξω από το βαγόνι, να εμποδίσω την πόρτα να κλείσει και φώναξα δυο φορές τη λέξη ΑΣΦΑΛΕΙΑ. Τρόμαξα από την ένταση της φωνής μου, σώπασα μα κάποιοι άλλοι άρχισαν να φωνάζουν την ίδια λέξη.  Κυριακή.

 2
Γράφω από το σπίτι, τη ροή του γραπτού λόγου στο ίντερνετ καφέ την ανακόπτει η ίδια αμηχανία που σε κάνει να μη ‘φχαριστιέσαι το κατούρημα σε δημόσια ουρητήρια. Το μπλογκ, δεν είναι άλλωστε twitter, τα συναισθήματα της στιγμής που πληκτρολογείς, είναι διαφορετικά από εκείνα της προηγούμενης ή της αμέσως επόμενης. 

Βγαίνω έξω, η βροχή δε λέει να σταματήσει, ένας πιτσιρικάς μου ζητάει τσιγάρο, τον ρωτάω την ηλικία του μου λέει πως ανήμερα τα Χριστούγεννα γίνεται 18. Κάνει πως πάει να βγάλει ταυτότητα, γελάω αλλά ταυτόχρονα – και σίγουρα όχι από deja vu –   έχω τη βεβαιότητα πως ο ίδιος διάλογος είναι ξαναειπωμένος παλιότερα με κάποιον άλλο (;) τρακαδόρο, δε μου ‘ρχεται που.
Κι άλλο λάθος του μάτριξ, σκέφτομαι καθώς απομακρύνομαι και ανοίγω πέρασμα μηχανικά με το χέρι που κρατάει την τεράστια ομπρέλα μου, ανάμεσα από 4-5 Πακιστανούς που με περικυκλώνουν για να μου πουλήσουν …ομπρέλα. 

Βρέχει από το πρωί, τώρα λιγότερο, ασφυκτιώ κάτω από την ομπρέλα μου, την κλείνω, την χρησιμοποιώ σα μπαστούνι τώρα, βγαίνω στη βροχή και το ευχαριστιέμαι, άλλωστε γυρνάω σπίτι, δε με νοιάζει αν φτάσω και μούσκεμα. Δευτέρα.


υγ1. Σήμερα το πρωί ήρθε το δίκτυο. Και το τηλέφωνο μα με χειρότερη από skype γραμμή. Έχω ήδη αιτηθεί αλλαγή εταιρίας και ετοιμάζω τις καταγγελίες μου.
 
υγ2.  Είναι στιγμές που το συναίσθημα "παίρνω τα πατατάκια μου και φεύγω" ειναι τόσο έντονο. Στη φωτό ο μικρός Π, γιος του φίλου  Λ που τράβηξε τη φωτογραφία.

2 σχόλια:

  1. Προσωπικά δεν θα έμπαινα ανάμεσα σε ένα τέτοιο καβγά, μη βγάλει και κάνα μαχαίρι..
    Από μικρά στο τσιγάρο.. τώρα που θα ακριβύνει να δω..

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. @ Hf.: Να σου πω την αλήθεια κι εγώ αυτό φοβόμουν, τουλάχιστον αυτό μ'έκανε να μην πάω αμέσως. Είχα στο μυαλό μου το "Του φευγάτου η μάνα δεν έκλαψε ποτέ"

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Related Posts with Thumbnails