Μαζί τους δε βαριέσαι ποτέ. Κι όταν λέμε ποτέ, εννοούμε
ποτέ, ακόμα κι όταν βρίσκεσαι εσύ στο δικό σου σπίτι κι αυτοί στο δικό τους. Με
τις συνεχείς τους …εκπλήξεις η πλήξη γίνεται για σένα άγνωστη λέξη. Το ίδιο και
η ραστώνη, η ρέμβη, η υπνηλία, και η ξεκούραση.
Λέξεις που φύλαξες σε μια γυάλα με νερό για το μάθημα της ιστορίας, που θα έλεγε
και το ποίημα.
Οι γείτονες σε
βοηθάνε να ακονίσεις τη δημιουργικότητα σου, σου ξυπνούν αρχέγονα αισθήματα, σου εξασκούν την υπομονή. Οι γείτονες διώχνουν μακριά όποια άλλη σκέψη κυνηγάει το μυαλό σου τελευταία.
Το στερεοφωνικό του γείτονα σου χαρίζει απλόχερα μουσικές
στιγμές (εντάξει κάποιες δε θα συντρόφευαν έστω κι ένα δευτερόλεπτο της ζωής
σου), το soundtrack της ζωής σου έχοντας περάσει σε ξένα χέρια αποτελεί ήδη μια ευθύνη λιγότερη για σένα. Για
την τηλεόρασή του πέρα από το ότι σε ενημερώνει, άλλη καλή κουβέντα δεν έχεις
να πεις.
Αντιθέτως όμως τα παιδιά γείτονες, αυτά που σε κρατάνε
ξάγρυπνο το μεσημέρι για να κερδίζεις έτσι χρόνο ζωής που θα πήγαινε χαμένος, είναι
παιδιά. Τις κερδισμένες ώρες τις αξιοποιείς ξεσκαρτάροντας το συρτάρι με τα
φάρμακα (κάθε σπίτι που σέβεται τον εαυτό του έχει ένα ή μόνο όσα έχω ζήσει
εγώ;) ψάχνοντας για εκείνα τα ληγμένα που καταπραΰνουν τους στομαχόπονους.
Κάποια στιγμή σκέφτηκες: «Έχει κι άλλο;»
«Γουβ» απάντησε το αδέσποτο σκυλί με τα τσιμπούρια που
γουστάρει να αράζει στη βεράντα σου (και φυσικά δεν το βάζεις ΕΣΥ στην αυλή).
«Έχει», απάντησαν εν χορώ και οι καλεσμένοι τους (γνώριμοί
σου φυσικά κι αυτοί από τις βροντόφωνες
διηγήσεις τους – αναγνωρίζεις όμως μόνο φωνές, όχι πρόσωπα - ).
Η παρέα των γειτόνων λειτουργεί συμπληρωματικά των
οικοδεσποτών της: εξασκεί το χιούμορ σου θυμίζοντάς σου ξεχασμένα ανέκδοτα τέτοιες
ώρες που δε θα τα ξαναξεχάσεις ποτέ. Το ίδιο και οι απόψεις τους – τώρα σε
βρίσκουν σύμφωνο ή όχι δεν είναι εκεί το θέμα μας – για τα πάντα. Το ίδιο και
οι γευσιγνωστικές ατάκες τους εκστομισμένες αναγκαστικά σε ντεσιμπέλ που υπερβαίνουν
τους ήχους που κάνουν τα μαχαιροπήρουνα,
οι λοιπές ταβερνοκουβέντες και κάποια συναυλία
(δεν ξέρεις ποια - αλλά δυστυχία σου – τραγουδάει και η Celine Dion) που παίζει στη διαπασών στο βίντεο.
Ακούς: «Ποιος ήταν ρε εκείνος ο Ιταλός που πέθανε την άνοιξη
και κλαίγανε με μαύρο δάκρυ οι Ιταλοί; Ο Παβαρότι;»
Ακούς: «Όχι ρε! ο Τόνυ Μπένετ!!!»
Θες να πεταχτείς, το ξέρεις αυτό, αλλά σα να παρακολουθείς
τηλεπαιχνίδι γνώσεων από τον καναπέ σου απλά το μουρμουράς την απάντηση: Lucio Dalla. Ως γνωστόν όμως, ούτε η σκέψη σου ούτε η φωνή
σου έχουν εκείνη την εμβέλεια που να ταξιδέψουν έναν ολόκληρο όροφο.
Μην το φιλοσοφούμε άλλο. Ο κα_ός γείτονας λειτουργεί πάντοτε
προς όφελός σου. Χωρίς αυτόν ποτέ δε θα μελετούσες τα είδη ηχομόνωσης στα οποία πρέπει κάποτε να
επενδύσεις. Χωρίς αυτόν θα πήγαινες μόνο μια φορά τη μέρα στην παραλία. Χωρίς αυτόν
ούτε που θα σου πέρναγε από το μυαλό ο εύκολος τρόπος ανάκαμψης του τραπεζικού
σου λογαριασμού: Πούλα το ρημάδι το σπίτι σου, πάρε τα λεφτά και τρέχα.
Το μόνο που φοβάσαι είναι ότι ο γείτονας έχει ρίξει τις
αντικειμενικές.
υγ. Εντωμεταξύ εσείς διαβάζετε τα βιβλία σας στη βεράντα, προσέχοντας να μη θορυβείτε κατά το γύρισμα των σελίδων, κάνεις ένα διάλειμμα, πληκτρολογείς όσο το δυνατόν πιο αθόρυβα ένα κείμενο και ξαναγυρνάς στην πολυθρόνα σου.