17 δευτερόλεπτα πριν |
Οι άγαρμπες πτώσεις με τη μούρη στα χαμηλά, εκεί που βλέπεις από κοντά το αίμα να ανακατεύεται με τα δάκρυα και τις μύξες και η καρδιά αυξάνει επικίνδυνα το βήμα των τοιχωμάτων της σίγουρα δεν είναι το αγαπημένο μου σπορ. Πέρα απ’ όσους/ες έχουν υπεραναπτυγμένη την μαζοχιστική φύση τους - κι εγώ δε νομίζω να ανήκω σε αυτήν την κατηγορία -, εικάζω δεν είναι αγαπημένο άθλημα κανενός. Οποιοσδήποτε λογικός άνθρωπος θα έκανε τα πάντα προκειμένου να αποφύγει μια τέτοια πρόσκρουση και τις πονεμένες - ψυχή τε και σώματι - συνέπειές της.
Σε τούτην όμως την παραβολική μου εισαγωγή, όλα – μα όλα - τα παραπάνω αναιρούνται στην περίπτωση που το ‘χαμηλά’ επιτυγχάνεται σε μια συναυλία των – όνομα και πράγμα – Low.
Μιλάω για εκείνες τις στιγμές που οι σπαραξικάρδιοι κυκλωτικοί post rock ήχοι είναι αν μη τι άλλο το ζητούμενο και η πρόσκρουση στους γεροχτισμένους τοίχους της υποτονικής μελαγχολίας η βαθύτερη επιθυμία. Τουλάχιστον για τους μυημένους αλλά και για εμένα που με καταλογίζω όψιμο (εν συγκρίσει με την 20ετή τους πορεία) ακροατή.
Στην χθεσινή βραδιά, τη θορυβωδώς λυρική μουσική των Low, την συγκρατώ ως προσωπικό σάουντρακ όχι μόνο των τελευταίων ημερών αλλά σίγουρα και των αμέσως επόμενων.
Παράδοξο αν σκεφτείς πως η πρώτη μου επαφή με τη μουσική των Low έγινε (υπό την παρότρυνση της φίλης Σ.) κάποιο θερμό μα ανέμελο πρωινό στην εξοχή μερικά καλοκαίρια πριν και η ταύτισή μου με αυτή ολοκληρώθηκε εν μέσω παγωμένου και βροχερού εντός και εκτός χειμώνα στην καρδιά της σκοτεινής πόλης. Η Σ. ήταν πάλι παρούσα στο χώρο κι αυτό ίσως βοήθησε την ομαλή θεώρηση της αντίστιξης.
Στο Fuzz έφτασα μόλις 6 λεπτά πριν την έναρξη του set Low. Δυστυχώς κάποιες χρονικές επιλογές μου, μού απαγόρευσαν τη θέαση των Kenny Freq της support μπάντας που άνοιγε το χθεσινό συναυλιακό γεγονός. Χαιρέτησα όσους γνωστούς συνάντησα, είπα μερικά «θα τα πούμε αργότερα» με τη μπύρα ανά χείρας, έστριψα το πρώτο τσιγάρο, όπλισα τη μηχανή κι ετοιμάστηκα να παρακολουθήσω το συγκρότημα για το οποίο κατηφόρισα την Πειραιώς με την καλύτερη παρέα: me, myself & I.
Το τρίο των Αμερικανών Low, κατέθεσε αμίλητο τον υπνωτιστικό, μινιμαλιστικό του ήχο και κατάφερε να ανατριχιάσει – άραγε ευτυχία, μελαγχολία ή και τα δύο; - τον κόσμο που τους παρακολούθησε απόλυτα προσηλωμένος για 105 λεπτά. Κιθάρα, μπάσο, ντραμς, αντρικά και γυναικεία φωνητικά έχτισαν μια κατανυκτική ατμόσφαιρα.
Σήκωσα τη φωτογραφική να καταγράψω το δεύτερο τραγούδι του live, όποιο κι αν θα είναι αυτό. Ήμουν τυχερός γιατί στο σκληρό δίσκο της μηχανής μου ψηφιοποίησα το αγαπημένο Plastic cup από τον τελευταίο τους δίσκο. Το ίδιο θα έκανα και στο πρότελευταίο της βραδιάς, το Sunflower.
Σχεδόν θρησκευτική τη λες και τη διάθεση του μάλλον αραιού ακροατηρίου (αριθμητικά ήταν ικανοποιητικότατο για όποιον θεατή αλλά όχι και τόσο φαντάζομαι για τους διοργανωτές της συναυλίας). Δεν έχω συναντήσει ξανά τόσο αφοσιωμένους στον ήχο θεατές. Ούτε κιχ δεν ακουγόταν από μέρους του – ακόμα και στις πιο χαμηλόφωνες συνθέσεις, εκεί που η φωνή της Mimi ακουγόταν πάνω από το υπόκωφο distortion εξίσου γλυκιά με εκείνη της Karen Carpenter -, γεγονός που σίγουρα ανέβασε τη συνολική ποιότητα της παράστασης.
Όσο για το setlist και με τη συνδρομή της Σ. μπορώ να καταθέσω ότι μεταξύ άλλων ακούστηκαν τα Monkey, Canada, Death of a salesman, Murderer, Especially Me, No Comprende, Plastic cup, Sunflower νομίζω και τα Soon και Point of Disgust αλλά δεν είμαι σίγουρος καθώς τη βαθειά δισκογραφία των αγαπητών Low ποτέ δεν περηφανεύτηκα ότι την κατέχω. Το Just make it stop, το χιτ του τελευταίου άλμπουμ δεν το έπαιξαν.
Οι μόνες κουβέντες που απήυθηναν στο κοινό αφορούσαν τις σημερινές εκλογές και έγιναν μετά το πέρας του encore, λίγο πριν εξαφανιστούν στα παρασκήνια.
ΚΑΛΗ ΨΗΦΟ λοιπόν σε όποιον δεν το έχει πράξει ακόμη.
υγ. Το να στέκεσαι χαμηλά είναι ο μόνος τρόπος επιβίωσης, αν βρίσκεσαι μέσα σε ένα φλεγόμενο κτίριο και θες να συνεχίσεις να αναπνέεις. Είναι η μόνη σκέψη που μου ήρθε όπου το χαμηλά ακούγεται σωτήριο και δίχως αρνητικό πρόσημο. Άντε και ο χαμηλός πληθωρισμός ίσως.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου