5 Απριλίου 2012

ανταπόκριση από το '70 : το μη χείρον (μέρος 2ο)




Να ΄μαι τώρα καθισμένος με τους μεγάλους. Πίνουν κονιάκ στα πολύχρωμα στρουμπουλά μας ποτήρια, η τηλεόραση είναι ανοιχτή και ο μπαμπάς, η μαμά και οι θείοι μιλάνε ή για κάτι από τα πολύ σημαντικά γι αυτους που εγώ δεν καταλαβαίνω και μάλλον δε με ενδιαφέρουν καθόλου ή για τον φίλο τους τον κύριο Σ. που τον φώναξαν ξανά εχθές στην αστυνομία. 

- Να σας πώ πως λειτουργούν τα ηφαίστεια; Η φράση "βάλτον να κοιμηθεί επιτέλους" δεν απευθυνόταν σε μένα αλλα στη μητέρα μου αλλά ...νομίζω πως εμενα  αφορούσε. 
Δε μπορώ να καταλάβω γιατί τον πείραξαν τώρα τα ηφαίστεια... Αυτός δε με βάζει να λέω σε όλους πώς δουλεύουν τα ηφαίστεια, και μετά με φωνάζει ‘’επιστήμονά τους’’ ;; Ακόμα και στον ταξιτζή που μας γύρναγε από το αεροδρόμιο προχθές με έβαλε και του εξήγησα για το τι γίνεται μέσα στη γη και πως μας είπαν στο νηπιαγωγείο πως φτιάχνεται η λάβα.
Η αδελφή της μητέρας μου θα έφευγε για Αμερική με το θείο μου και με τα ξαδέλφια μου αφού εκεί ζούσαν από πολύ πριν γεννηθώ και όλοι έκλαιγαν στο αεροδρόμιο. Οι μεγάλοι δηλαδή έκλαιγαν κι εγώ με την αδελφή μου θέλαμε να βρούμε  λίγο χρόνο να πούμε στη θεία  τι να μας φέρει την άλλη φορά που θα ξανάρθουν. Ο μπαμπάς μας έβγαζε φωτογραφίες.

Η μητέρα μου σηκώθηκε, "Σήκω να πας για ύπνο, δε θα ξυπνάς αύριο, πιτζάμες και δρόμο για το κρεβάτι’’ είπε, μέχρι εδώ καλά, και συμπλήρωσε ‘’πήγαινε τώρα να φιλήσεις τους θείους σου’’.  Δε ξέρω τι φοβάμαι πιο πολύ τελικά, τα φιλιά των θείων ή τους σκελετούς.
Φιλάω τους θείους έναν έναν . Το στόμα μου γεμίζει από την κολόνια του θείου και δε μπορώ να αναπνεύσω ενώ νοιώθω τα μάγουλα μου βρεγμένα από τα σάλια των υπόλοιπων φιλιών. Οι θείες πάντα έτσι μας φιλάνε. Νομίζω το κάνουν για εκδίκηση, μάλλον το ξέρουν πως δε τις αγαπάω πολύ, ειδικά η Αντριάννα, αν είναι να φιλάει έτσι καταλαβαίνω γιατί δεν έχει παντρευτεί ακόμα. Σκουπίζω στα κρυφά τα μάγουλά μου με το γιακά μου και ξαναθυμάμαι γιατί η αδελφή μου είπε θα κάνει πως κοιμάται από την ώρα που άκουσε το κουδούνι πριν δύο περίπου ώρες. 

Ξαπλωμένος στο κρεβάτι μου ακούω την η αδελφή μου έχει ήδη κοιμηθεί, ξέρω να ξεχωρίζω τον συνεχόμενο ήχο της αναπνοής της όταν κοιμάται από τον καθόλου ήχο όταν κάνει πως κοιμάται.  Παρ’ όλα αυτά τη φωνάζω μπας και ξυπνήσει. Τίποτα. Προσπαθώ να νυστάξω μασώντας τις άκρες των σεντονιών μου αλλά πάλι τίποτα.
Η πόρτα είναι κλειστή και εγω κουνάω τα χέρια μου μπροστά στα μάτια μου αλλά είναι τόσο σκοτεινά που δε μπορώ να τα δω. Το μόνο που βλέπω  μπροστά μου  είναι το ένα και μοναδικό μάτι του σκελετού . Όσο κι αν προσπαθώ να σκεφτώ ότι απλά είναι ο διακόπτης για το φως του δωματίου που φωσφορίζει, όπως όλη η οικογένεια μου έχει εξηγήσει  δεν καταφέρνω να ηρεμήσω με τίποτα. Πολλές φορές όταν δε μπορώ να κοιμηθώ και ο σκελετός δε σταματά να με κοιτάζει η μητέρα μου, μου φέρνει κανά εικόνισμα δίπλα μου μπας και κοιμηθώ ευκολότερα. 


Σηκώνομαι  να ζητήσω την εικόνα , πάω στο σαλόνι και μετά από μια δυνατή φωνή  που λέει ‘’ Όχι Θεέ μου πάλι’’  και βγαίνει από το στόμα του πατέρα μου, τον βλέπω να σηκώνεται , να λύνει και να τραβά τη ζώνη από το σορτς  του. Συνήθως αυτή η απειλή πιάνει μα σήμερα δε με πολυνοιάζει.

 - Μη Τάκη, φωνάζουν οι θείες, και μόλο που ξέρω πως θα με δείρει - δεν το έχω ξαναδεί έτσι θυμωμένο - δεν τρομάζω, μένω εκεί και φεύγω βουρκωμένος περισσότερο από ντροπή μόνο όταν προσγειώνεται πάνω μου και το τρίτο χτύπημα. Ε, αυτό δε το περίμενα. 
Ουρλιάζοντας σαν Μόγλης ξαναμπαίνω στο σαλόνι κρατώντας τώρα τη δική μου ζώνη και σημαδεύοντας  τις γυμνές γάμπες του πατέρα μου. Προλαβαίνω  να μετρήσω ότι του έριξα μόνο μία πριν πέσουν πάνω μας όλοι οι θείοι και οι θείες να γλιτώσουν ποιόν από ποιόν δε κατάλαβα.

  - "Εξαφανίσου", ήταν το μόνο που άκουσα βγαίνοντας από την πόρτα της κουζίνας  και τρέχω με τις μπιτζάμες και ξυπόλητος στις σκάλες, στο δρόμο για την αυλή και τον κάτω όροφο που μενει η γιαγιά μου.

- Κοιμήσου εδώ διαβολόπαιδο, λέει η γιαγιά, και το πρωί  να ζητήσεις συγγνώμη από τον πατέρα σου. Σιγα μη ζητήσω συγγνώμη εγώ, εκείνος να ζητήσει σκέφτομαι αν και το μόνο που λέω τελικά είναι: - Ρε γιαγιά θα μου φτιάξεις ένα αυγό μάτι; Τη βλέπω που προσπαθεί να κρύψει τα γέλια της.
Ξαναξαπλωμένος τώρα στο πίσω δωμάτιο του σπιτιού της γιαγιάς και ξαναχορτάτος μυρίζω τα σεντόνια που εχουν  άλλη μυρωδιά από τα δικά μας καταλαβαίνω ότι σιγά σιγά με παίρνει ο ύπνος. 
Είναι σούρουπο και βρέχει ασταμάτητα. Περπατάμε με τον πατέρα μου σε ένα χωράφι που όπου κι αν κοιτάξεις δεν τελειώνει. Μόνο ένα δέντρο φαίνεται ακριά, αλλά όσο κι αν περπατάμε δε το φτάνουμε. Πότε ήρθαμε εδώ; Που είμαστε? Ξανάφαγα ξύλο? Μάλλον όχι γιατί θα το θυμόμουν.  Είμαστε και οι δύο μούσκεμα κι ο πατέρας μου, μου κρατάει το χέρι. Βρέχει  πολύ και κάθε τόσο πέφτουν μπουμπουνητά. Μου λέει ξανά πως δεν πρέπει να  φοβάμαι τις βροντές: 

- Δεν είναι παρά άγγελοι που παίζουν τύμπανα, μου λέει. Κάτι θα ξέρει σκέφτομαι, θέλω να τον πιστέψω, και σφίγγω στο ελεύθερό μου χέρι το μπλε  αυτοκινητάκι που μου αγόρασε,  με εκατό παρακάλια, δέ θυμάμαι πότε και σε ποιο όνειρο.

Τέλος (για την ώρα)







υγ. Το σκίτσο της ανάρτησης είναι του SERRE  από το αλμπουμάκι  "Τα παιδιά" του 1985 (εκδόσεις Ars Longa 1988)

  
 ------------------------

UPDATE 

Σήμερα Παρασκευή 6 Απριλίου στις 10 το πρωί, ο υπογράφων θα εκπέμψει κάμποσα υπέροχα τραγούδια στο νέο επεισόδιο της εκπομπής: "στον λεμονοστίφτη" από το στούντιο του indieground radio.  Όσοι/ες επιθυμούν μπορούν να να περάσουν για καφέ από το στούντιο ή να ακούσουν πατώντας εδώ:







Καλή ακρόαση.

4 σχόλια:

  1. Απαντήσεις
    1. του το μετεφερα και σ ευχαριστεί. πάλι καλά που απάντησε γρήγορα δε λες, μερικές φορές αργεί τόσο που λέω "πάει την έκανε για τα καλά" ή "πάει την έκανε για άλλη δεκαετία"

      Διαγραφή
  2. Γράφει όμορφα ο μικρός, πολύ!
    (μια-δυο στιγμές σφίχτηκε το στομάχι μου..)

    Και βεβαίως, καλή εκπομπή! :)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. είχε καιρό να στείλει κάτι βλέπεις και το προετοίμασε καλά. δε λες πάλι καλά που υπάρχει ακόμα !!!

      Διαγραφή

Related Posts with Thumbnails