Το ποτάμι φουσκωμένο από τη βροχή και πίσω του, δέκα μοναξιές ακίνητες. Ούτε μία, ούτε δύο. Σε αντίθεση με τα σκουπίδια που ταλαντώνονται στην επιφάνεια της λάσπης – νερό δεν το λες - που κυλάει κάτω σχεδόν από τα πόδια τους.
Λίγο παραπέρα μια όχι άγνωστη εικόνα σε εμένα (και όσους ταξιδεύουν τα 172 μέτρα που τη χωρίζουν από το πέρας της πόλης των Κυριακάτικων Αθηνών του 21ου αιώνα) φωτίζεται ύποπτα και μοιάζει τόσο διαφορετική που με προκαλεί να τη φωτογραφήσω.
Σήμερα οι άνθρωποι είναι λιγοστοί και σχεδόν κανένας δε χαμογελάει. Μόνο ένας (ακόμα ένας) έκπτωτος άγγελος μου ρίχνει μια διαγώνια ματιά και υπομειδιά.
Αργότερα ένας ηλικιωμένος κουστουμαρισμένος κύριος θα σταθεί όρθιος πάνω από εμένα και έναν νεότερο από εμένα, άγνωστό μου άντρα και καθώς αμφότεροι ξεφυλλίζουμε - σχεδόν γονατιστοί - με τα ακροδάχτυλά μας δυο πακτωμένα πακέτα από δίσκους βινυλίου θα μας ρωτήσει.
- Θα θέλατε να έρθετε σπίτι μου να ακούσουμε δίσκους γραμμοφώνου αγαπητοί μου κύριοι;
Καιρός για (ξερή, ας ελπίσουμε) άνοιξη!
ΑπάντησηΔιαγραφήΞενούδης
Χμμμ, εμένα αν και τον ευχαριστιέμαι τον ανοιξιάτικο ήλιο δε με έχει ενοχλήσει η αγγλική βροχόπτωση των τελευταίων εβδομάδων. Την καλησπέρα μου Ξενούδη
ΔιαγραφήΠολύ ποιητικά τα είδες όλα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΓράφεις όμορφα.
Και, πήγατε να ακούσετε δίσκους;
ΑπάντησηΔιαγραφήΌχι φίλε mahler, Αρνήθηκα ευγενικά (ο νεότερος διπλανός ούτε που γύρισε το κεφάλι του) και δεν πήγα γαι ακρόαση δίσκων. Παρότι λάτρης των τυχαίων ανθρωπο-ιστοριών μάλλον ήμουν ανόρεχτος για καταγραφή άλλης μίας.
Διαγραφή