30 Ιουλίου 2014

είμαι η Κούβα


Μένω άφωνος στα απολαυστικά γιγάντια μονόπλανα του σκηνοθέτη, η κάμερα συχνά πυκνά μεταμορφώνεται σε παραισθησιογόνα ματιά που πότε κινείται σε βελούδινους ελιγμούς, πότε τρέχει φρενιασμένα ή κατρακυλά και σφυροκοπιέται ευφορικά ανάμεσα σε μεγαλοπρεπείς χορογραφίες σκηνών πλήθους, διηγούμενη δεκάδες μικροϊστορίες που λαμβάνουν χώρα παράπλευρως του πρωταγωνιστικού καταγραφόμενου στόχου. 

Χαρακτηριστικό είναι το ξεκίνημα της ταινίας όπου σε μια κατακόρυφη ιλιγγιώδη λήψη, η κάμερα καταγράφει σαν άλλος αόρατος άνθρωπος τα τεκταινόμενα στους κύκλους της υψηλής κοινωνίας «βουτώντας» προς τα κάτω από όροφο σε όροφο, 4 πατώματα, πριν να καταδυθεί στο βυθό μιας πισίνας. 

Το «Είμαι η Κούβα», (Soy Cuba) είναι μια καταγραφή της ταραγμένης προεπαναστατικής περιόδου της Κούβας. Μιας χώρας που αποζητά την ελευθερία και την ανεξαρτησία από το δικτατορικό καθεστώς του Μπατίστα, καταγράφοντας τους λόγους και την προσπάθεια επίτευξης του στόχου αυτού μέσα από τα 4 σπονδυλωτά επεισόδια που στελεχώνουν τις 2,5 σχεδόν ώρες της διάρκειάς της.  

Πολιτικό μανιφέστο την λες την Κουβανοσρωσική αυτή συμπαραγωγή του 1964 στα σίγουρα. Ή ελπιδοφόρα (για τον καιρό που κυκλοφόρησε) ταινία προπαγάνδας, όσο οξύμωρο κι αν ακούγεται αυτό. Η αξία της όμως του φιλμ σήμερα δεν βρίσκεται μάλλον εκεί, καθώς 50 χρόνια μετά την κυκλοφορία της η ειδησεογραφία φαίνεται να διαψεύδει εκ του ασφαλούς τις όποιες μετά Φιντέλ προφητείες της ταινίας για το μοντέλο της επαναστατημένης νήσου του Κάστρο, αυτό είναι όμως άλλου παπά ευαγγέλιο. 
 
 
 Ο συναρπαστικός, πρωτόγνωρος – τουλάχιστον σε μένα - πρωτοποριακός τρόπος κινηματογράφησης της (με ψήγματα τόσο του παγανιστικού συμβολισμού της Λένι Ρίφενσταλ και του ποιητικού ρεαλισμού του Αϊζενστάιν που συναντάς στην «Απεργία» του όσο και του Ιταλικού νεορεαλισμού ή της πιο σύγχρονης του Γκονταρικής nouvelle vague) και η ποιητική σκηνοθεσία του Μιχαήλ Καλατόζοφ στα επεισόδια που την απαρτίζουν είναι αυτά που την κατατάσσουν σε ουκ ολίγες λίστες με τα 100 φιλμ που πρέπει να δεις.
Η δύναμη της αφήγησης, οι παροξυσμικές λήψεις, η γνησιότητα των συναισθημάτων των ερασιτεχνών ηθοποιών που χρησιμοποιήθηκαν εξ ολοκλήρου αλλά και το υπέροχο soundtrack είναι που επιβάλλονται των μάλλον «προσχηματικών» ως στρατευμένων θα ‘λεγα σεναριακά ιστοριών και την στιγματίζουν ως ταινία που θα μείνει στο μυαλό μου για χρόνια.
 
Δες το trailer της ταινίας εδώ, ή απόλαυσε μια από τις αγαπημένες μου σκηνές



28 Ιουλίου 2014

την ώρα που το σύμπαν σου μικραίνει


Δυσκολεύομαι να κινηθώ, ο χώρος έχει μικρύνει επικίνδυνα, προσπαθώ να τεντώσω τα πόδια μου αλλά είναι αδύνατο, - κάπου βρίσκουν εδώ και μέρες - κι είναι μάλλον αυτή η στιγμή που εγγράφομαι στα μητρώα των κλειστοφοβικών. Η αλήθεια είναι πως θα θελα να φωνάξω μα γνωρίζοντας πως κανείς δε θα μ’ ακούσει, αποφασίζω να μη σπαταλήσω τις δυνάμεις μου άσκοπα.
 
Τα ρουθούνια μου σε αναζήτηση οξυγόνου ανοίγουν διάπλατα αλλά - όπως πληροφορήθηκα αργότερα - κάποιος γιατρός κατέγραψε την κίνηση αυτή ως μηχανική εξάσκηση της «αναπνοής». Αντ’ αυτού αυτοσυγκεντρώνομαι για να μην πανικοβληθώ και προσπαθώ να αγκαλιάσω με τα χέρια μου τα διπλωμένα στο στήθος μου γόνατα, αναπολώντας τις μέρες που του άπλετου χώρου όταν κολυμπούσα (ή μήπως πετούσα) ελεύθερος σαν αστροναύτης σε ειδικές συνθήκες βαρύτητας. Μάταιος κόπος.

- Υπομονή λίγες μέρες έμειναν μόνο, μου μηνύει τηλεπαθητικά φίλιο βρέφος ημερών, γεννημένο καμιά εκατοστή οικοδομικά τετράγωνα παρακάτω αυτό.

Κι εγώ λουφάζω καθώς το σύμπαν μου ταρακουνιέται ολόκληρο και αποκοιμάμαι γυμνός, είναι μεσημέρι, τέλη Ιουλίου του '70. 

το μυστήριο της πρωινής διάθεσης

*

Ακόμα δεν ετοιμαστήκατε; φωνάζω, Τι; Ο Μ. κοιμάται ακόμα; Άντε ρε παιδιά… Μήπως να είχα ξεκινήσει μόνος μου; Ναι, τα φρούτα τα έχω εγώ στην τσάντα μου. Και τα νερά. Καλά τώρα σου ήρθε να πας τουαλέτα; Κι εσύ, μήπως να έβαζες αντηλιακό στην παραλία; Τι λέτε; Θα ξεκινήσουμε καμιά ώρα; Όχι ρε γαμώτο, που να ξέρω που είναι το καπέλο σου; Σαββατοκύριακο είναι, θα γίνεται κόλαση! Οι άλλοι περιμένουν στο αμάξι κι εσύ ακόμα δεν έφαγες το πρωινό σου; Ω,χου!

Η πρωινή δικτατορική μου διάθεση δεν είναι επειδή κάποιοι με κυνηγούσαν να με σκοτώσουν στον ύπνο μου προκειμένου να μου αποσπάσουν κάποιους σπάνιους μα παράνομα αποκτημένους – λέει - δίσκους οι οποίοι είχαν – ένας Θεός ξέρει πως - φτάσει στα χέρια μου.

Η πρωινή μου μουρμούρα, η οποία το αναγνωρίζω πως σπάει νεύρα στην καλύτερη, οφείλεται στην πρεμούρα να προλάβω τα όποια σκιερά μέρη της παραλίας, να κρύβομαι όση ώρα δεν κολυμπάω από τον ήλιο, να διαβάζω τα βιβλία μου πίνοντας κρύο τσάι του βουνού, να τρώω τους γιαρμάδες μου, να απολαμβάνω κοινωνιολογικά την ανθρωπογεωγραφία αμμουδιάς τε και θαλάσσης και να τραβάω που και που καμιά φωτογραφία*, να εξορμώ ατσουρούφλιστος - κατά βούληση και όχι απ ανάγκη - για τις βουτιές μου, και να σιγοτραγουδάω κάποιο από τα λιγοστά τραγούδια που ξέρω όλους τους στίχους απ έξω χωρίς να χρειάζεται να προσθέτω δικούς μου 



God knows how I adore life
When the wind turns on the shore, lies another day
I cannot ask for more
When the time bell blows my heart
And I have scored a better day
Well nobody made this war of mine
And the moments that I enjoy
A place of love and mystery
I'll be there anytime
Oh, mysteries of love
Where war is no more
I'll be there anytime
 
Beth Gibbons & Rustin Man




24 Ιουλίου 2014

η Νεμπράσκα του καθενός

Χτυπάει το τηλέφωνο. Tι έγινε πάλι νυχτιάτικα αναρωτιέμαι; με το που βλέπω ότι το νούμερο κλήσης στην οθόνη του ακουστικού είναι εκείνο του πατέρα μου, πατάω παύση στο φιλμ που βλέπω και απαντώ.

- Έλα πατέρα, καλησπέρα ...με ακούς; ...Ένα δύο ...Καλησπέρα λέω.

Η απόλυτη απουσία ανθρώπινης φωνής μου απαντά,

- Μπαμπά με ακούς του φωνάζω πιο δυνατά για την περίπτωση που δε φοράει το ακουστικό βαρηκοΐας μα αντί άλλης απάντησης ακούω τριγμούς, συριστικούς ήχους και μεταλλικά χτυπήματα.

Είμαι σίγουρος πως ο πατέρας μου θα πιέζει όπως κάνει συχνά, ίσως άθελα του μα σίγουρα επίμονα κι άναρχα, τα κουμπιά του καντράν του κινητού του – μεταξύ των οποίων κι εκείνο της επανάκλησης/ Όταν όμως η ίδια διαδικασία επαναλαμβάνεται για τρίτη φορά, σταματάω την ταινία για τα καλά τώρα και τηλεφωνώ στο πατρικό.


- Όλα καλά μου απαντάει η μάνα μου με το που της αναφέρω τις επαναλαμβανόμενες κενές κλήσεις που δέχομαι από το συζυγικό της κινητό.

- Αμάν, αυτός ο χριστιανός πια με το … πάει να πιάσει τη μουρμούρα εκείνη μα την κόβω όσο πιο ανώδυνα μπορώ.


- Εντάξει, δεν έγινε και τίποτα, κατά λάθος θα το πάτησε ο άνθρωπος, αφού είσαστε καλά κι οι δύο, καληνύχτα. Για τον αναστεναγμό της δεν έκανα κάποιο σχόλιο.


Περπάτησα βιαστικά μέχρι το ψυγείο, πήρα μια μπύρα, ας είχα πει πως δε θα πιω σήμερα, κι έβαλα να δω τη συνέχεια του Νεμπράσκα.
Νεμπράσκα (Αλεξάντερ Πέιν, 2013). Ένα road movie σε ασπρόμαυρο φόντο στην εγκαταλειμμένη Αμερικάνικη επαρχία και στους εξίσου παρηκμασμένους (αν κι εδώ μπορείς να συναντήσεις ψήγματα ελπίδας) οικογενειακούς δεσμούς. Αφορμή και κινητήρια δύναμη του ταξιδιού, μια ψευτοεπιταγή του 1.000.000 δολαρίων, μια διαφημιστική απάτη που έχει στοιχειώσει τις τελευταίες μέρες του δικαιολογημένα πλέον λόγω άνοιας μα ανέκαθεν κακότροπου γερο-Γούντι.
Τις μάταιες προσπάθειες του οποίου  να ξεκινήσει - κόντρα στο χρόνο και τη λογική - το τελευταίο κυνήγι «θησαυρού» της ζωής του συνδράμει, συνοδοιπόρος του, εις εκ των γιών του, προσβλέποντας σε ένα διαφορετικό όμως ταξίδι αυτός. Να ξεφύγει από τη μάλλον στενάχωρη καταθλιβική του καθημερινότητα και – αν κάτσει γιατί όχι; - να γνωρίσει καλύτερα τον προπάτορά του.
Φαντάζομαι θα βρεις λόγους να βουρκώσεις βλέποντας την ταινία, όχι γιατί είναι φτιαγμένη ώστε να προβοκάρει το συναίσθημα και να εκμαιεύσει δακρύβρεχτους συναισθηματισμούς, αλλά γιατί λίγο πολύ θα βρεις μια σειρά σκέψεων, γεγονότων κι αντιδράσεων που όλο και κάτι σου θυμίζουν από την δική σου ζωή.
Ταινιάρα.

23 Ιουλίου 2014

Δούναι - Λαβείν: σημειώσατε 2


Υπάρχει μια κατηγορία ανθρώπων στους οποίους εάν τους προσφέρεις ένα οποιοδήποτε ένα, αυτοί – αδυνατώ να κατανοήσω, όσο κι αν προσπαθώ, με ποιο σκεπτικό - σου παίρνουν 5. Κι είναι εντάξει αν πρόκειται για σοκολατάκια, μικρό το κακό. 

Έχω μια φίλη που σε μια δύσκολη οικονομική στιγμή της γειτόνισσάς της, κι έπειτα από παράκλησή της, τής ...εκμυστηρεύτηκε το password  της - το να προσφέρει μέρος του δικτυακού της bandwidth σε καιρούς ανέχειας της φάνηκε θεμιτότατο. Στην αρχή όλα πήγαιναν καλά και η αλληλεγγύη φαινόταν να γεφυρώνει ακόμα περισσότερο το χάσμα των δύο ορόφων που τις χώριζε. Δυο μήνες όμως αργότερα, μπορεί και παραπάνω, η ευγενής φίλη δε μπορούσε πια να μπει στο δίκτυο. Το δικό της, πληρωμένο δίκτυο. Κι έτσι την ώρα που η γειτόνισσα σέρφαρε, κατέβαζε, έβλεπε streaming περασμένες τηλεοπτικές σειρές ή έκανε οτιδήποτε άλλο σάρωνε ολόκληρο το εύρος του bandwidth, η δική μας πρωταγωνίστρια αγωνιούσε πως θα ανακτήσει τις οπτικές της ίνες παρακαλώντας μας να της αλλάξουμε όχι μόνο τον κωδικό αλλά και το ίδιο το όνομα του modem της χωρίς να την πάρει χαμπάρι, να την κακοχαρακτηρίσει, ή να την παρεξηγήσει η ανεκδιήγητη συνένοικος. 

Χρησιμοποιώντας το παραπάνω παράδειγμα ως αναλογία και χωρίς διόλου να μειώνω τη βαρύτητά του (καθώς λίγο πριν τελειώσω να γράφω αυτές τις γραμμές, αντιμετώπισα το ίδιο πρόβλημα – που θα πάει, θα βρω, δε θα βρω τα θάρρητα να αλλάξω κι εγώ τον κωδικό του δικού μου μόντεμ;) γενικεύω την κουβέντα.

Είναι, που λες, λυτρωτική ευλογία το να μπορείς να μοιράζεσαι και να προσφέρεις, τον κωδικό του ιντερνετ αν όχι και της καρδιάς σου, το κλειδί του σπιτιού σου, το χρόνο σου, την θαλπωρή και τη στοργή σου, τη φιλία και τη φιλοξενία σου, την υποστήριξη, την ανοχή, ένα κέρασμα, τον έρωτά σου (στη χειρότερη), τη μεγαλοθυμία σου, την υπομονή και τα τσιγάρα σου, τις γνώσεις και την πείρα σου, μια χειραψία, μια αγκαλιά ή το φιλικό χτύπημα στην πλάτη.

Και νιώθεις ευλογημένος άμα τη αποδοχή της προσφοράς από τον φίλο, τον σύντροφο, τον αδελφό, τον εραστή και την ερωμένη, το γείτονα, το συνεργάτη και το συνάδελφο ή όποιον εσύ επιλέξεις πως χρήζει κάποιου/ων από τα παραπάνω. Ευχής έργον.

Κι αντιθέτως, κατάρα δεν είναι το να μην παίρνεις, να μη σου αντιγυρίζεται το όποιο καλό, αυτό είναι απλά μια άβολη σκατοκατάσταση, ιδιαίτερα αν είσαι από εκείνους τους ανθρώπους που αξιολογούν διαφορετικά την ισορροπία του δούναι και λαβείν. Γιατί το δούναι είναι ένα μοναχικό, γοητευτικό χάρισμα που - είτε το έχεις έμφυτο είτε το προσπαθείς εν πλήρει συνειδήσει - στην ιδεατή του έκφραση δεν αναμένει (ή δεν θα έπρεπε να αναμένει) το αντίτιμο του λαβείν. 

Κατάρα είναι να προσφέρεις με την καρδιά σου το ένα το οποίο κρίνεις, θέλεις και μπορείς και ο άλλος/η/οι να σου υφ-αρπάζουν πέντε. Ή και δέκα. Να αφήνεις χώρο ενός βήματος κι αυτό να σημαίνει νομοτελειακά πως πρέπει να είσαι έτοιμος να απεμπολήσεις άλλα – ζωτικά για σένα – πολλαπλάσια βήματα από κατά συρροή άπληστους ξενιστές. 

Όπως το μικρό πεύκο κι η μικρότερη συκιά της φωτογραφίας που σπόροι κάποτε, βρήκαν καταφύγιο στις απάνεμες αγκαλιές κάποιου φιλόξενου φοίνικα, και τώρα τρέφονται και θα τρέφονται κυριολεκτικά από τα σωθικά του. 

21 Ιουλίου 2014

άξαφνες διακοπές


Κάμποσα βιβλία και μερικοί παλιοί δίσκοι (αυτοί από το μεσημέρι και μετά, γιατί το πρωί το σπαταλάω δίπλα στη θάλασσα) και οι καλοκαιρινές μου μέρες βαφτίζονται άξαφνα διακοπές. 

Πριν καλά-καλά προλάβω να πατήσω το διακόπτη αλλαγής διάθεσης ώστε οι ώρες στην παραλία να διαφέρουν κατιτίς από τις αντίστοιχες αστικές βρίσκομαι να κολυμπάω, προσποιούμενος (τουλάχιστον μέχρι να το πιστέψω) τον ξέγνοιαστο κι αμέριμνο αδειούχο.
 
Ίσως είναι που απέδρασα της πόλης εν μέσω σφοδροτάτης καταιγίδας. Ίσως πάλι και όχι.

17 Ιουλίου 2014

of Montreal, επιτέλους από την Αθήνα στην Αθήνα


 Το πρώτο ραντεβού με τους εξ Αμερικής Αθηναίους (Athens, Georgia) of Montreal είχε κανονιστεί για κάποια ωραία βραδιά προ πενταετίας, αλλά ήταν μια απεργία των ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας που είχε ματαιώσει τόσο τα σχέδια της μπάντας όσο και τα δικά μας. Ή μάλλον καλύτερα να πω πως τα είχε αναβάλλει (και ουχί ματαιώσει) καθώς εχθές, βράδυ Τετάρτης στο 6 D.O.G.S. το ραντεβού έλαβε επιτέλους χώρα.

Κι εμείς – όπως και πολύς κόσμος ακόμα - έχοντας βγάλει τα εισιτήρια μας από μήνες, άμα τη ανακοινώσει κιόλας,  του τότε επερχόμενου live καρφώσαμε την ταμπέλα sold out πάνω στην αφίσα της μπάντας.

My Wet Calvin
Την παράσταση άνοιξαν αργοπορημένα, τα φωτεινά μανιτάρια - μέδουσες - νύφες, οι δικοί μας My Wet Calvin. Οι οποίοι σ’ ένα άψογο, περιεκτικό και μαζεμένο σετ, είχα να τους δω live πολλά χρόνια, κατάφεραν να μου αποσπάσουν επιτυχώς την προσοχή από τα νύχια της γκρίνιας μου που μουρμούριζε για το ακριβό εισιτήριο των 26 ευρώ, την ακριβή μπύρα των 5 ευρώ, τη δεύτερη εμφάνιση των of Montreal που έγινε λόγω υπερ-ζήτησης την αμέσως προηγούμενη μέρα στερώντας μας την παρθενική επαφή με την μπάντα  καθώς και την απουσία τυπωμένων εισιτηρίων που μου άφησε παρακαταθήκη μόνο μια φωτοτυπία Α4 με barcode για τη συλλογή των συναυλιακών μου αποκομμάτων (το απόκομμα του εισιτηρίου είναι αναπόσπαστο κομμάτι της διαδικασίας παρακολούθησης ενός live για μένα).

Για να μην τα πολυλογώ οι My Wet Calvin κατάφεραν να με παραδώσουν καθαρό και ξεπλυμένο από λογικές μα άχρηστες εν ώρα συναυλίας σκέψεις στη μαγεία των  πολυαναμενόμενων και αγαπημένων O.M.


Η μουσική των ΟΜ έχει τις ρίζες της πολύ πίσω, στα βαθειά 70’ς ξεκινώντας από το glam rock του Bowie και το p-funk, βλασταίνει μέσα στο εκλεπτυσμένο εγκεφαλικό πανκ των Talking Heads και των Television κι ανθίζει σ’ ένα ολόδικό τους ιδίωμα λίγο πριν χρωματιστεί τόσο από την σκοτεινή πλευρά της brit pop των Pulp αλλά κι από τις ενορχηστρώσεις του Prince.

Φαντάσου τώρα όλα αυτά τα συστατικά, στην καλύτερη αναλογία αναλογία, σερβιρισμένα επί σκηνής από την διονυσιακής ιδιοσυγκρασίας, ανδρόγυνη περσόνα του  Kevin Barnes και της ταλαντούχας παρέας του. Την ίδια στιγμή που η προβοκατόρικη σκηνική παρουσία - στα χνάρια του Ιggy – του κ Kevin δεν έχει να ζηλέψει σχεδόν τίποτα από εκείνη τη σπασμωδική θεατρικότητα ενός νεαρού N. Cave για παράδειγμα.  Κι η φωνή του να μην ξέρεις αν βγαίνει από λευκό ή μαύρο.

Τώρα για το τι έπαιξαν και το setlist - το οποίο ερμήνευσαν απνευστί χωρία ανάσα μεταξύ των κομματιών - του live καλύτερα μη με ρωτήσεις. Ποτέ δεν έμαθα τους τίτλους των τραγουδιών των of Montreal, πως θα μπορούσα άλλωστε αν για παράδειγμα ένα από τα πιο γνωστά τους τραγούδια (το έπαιξαν αυτό) λέγεται Heimdalsgate Like A Promethean Curse ;


Ήταν εντυπωσιακό όμως το πώς οι σκληροπυρηνικοί οπαδοί της μπάντας, εφοδιασμένοι όπως εμείς τα εισιτήριά τους από καιρό, καμάρωσαν και διασκέδασαν με τα σωθικά τους, τους O.M. στη δεύτερη εμφάνιση τους σε ελληνικό έδαφος . Τραγουδώντας απ’ έξω κι ανακατωτά τους στίχους όλων των τραγουδιών, ουρλιάζοντας, χοροπηδώντας, χορεύοντας ξέφρενο pogo που θύμιζε μέρες Jello Biafra, 


κι αφήνοντας έκπληκτα τα μέλη του συγκροτήματος για τα 75 μόλις λεπτά ενός live που έκλεισε με μια σχεδόν 15λεπτη καταιγιστική εκτέλεση του αριστουργηματικού The past is a grotesque animal– κι αυτή είναι η τελευταία εικόνα - μια συνωθούμενη, ενιαία μάζα 300 νοματαίων που κολλημένοι από τόνους ιδρώτα, δακρύων και έξαψης καταλαμβάνουν σα ρευστό κάθε εκατοστό του σχετικά μικρού συναυλιακού χώρου προσφέροντας ταυτόχρονα υπέροχα sing along δεύτερα φωνητικά στο τραγούδι.

Εδώ κατέγραψα σε βίντεο το πρώτο μόνο τραγούδι της εμφάνισης, πέτυχα νομίζω ιδανική σκηνοθεσία αλλά με πρόδωσε κλασσικά ο ήχος μιας και βρισκόμουν πολύ κοντά στο ηχείο.


15 Ιουλίου 2014

love to love you vinyl - οι 33 στροφές στα κόμικς


Τον καιρό που σκέφτεσαι να αδυνατίσεις μόνο και μόνο για να χωράς κι εσύ στο δωμάτιο με τους δίσκους - άντε και για να φτάνεις στα ψηλότερα ράφια της δισκοθήκης χωρίς να λαχανιάζεις καθώς τεντώνεσαι -,


τότε που οι δίσκοι αρχίζουν να καταλαμβάνουν τα χαλιά, τα μωσαϊκά και τα παρκέ συνειδητοποιείς πως το παιχνίδι δεν έχει το τέλος εκείνο που είχαν προβλέψει η Neoset, ο Βαράγκης και το Νεο Κατοικείν.

by Robert Crumb
Με την αμηχανία που σου δημιουργεί η γνώση του πεπερασμένου των επίπλων που φιλοξενούν τα άπειρα κιλά δίσκων - αλήθεια θυμάσαι τη μέρα που τ' αγόραζες και νόμιζες πως θα γεμίσει στα γεράματά σου; -  γονάτισε, διάλεξε ένα δίσκο από το κασόνι με τις νέες "αφίξεις" ...


by Edika (Θεός)

και βάλτον να παίξει για σένα. 


Έπειτα χάϊδεψε με τα ακροδάχτυλά σου τις ράχες των βινυλίων στα ράφια της δισκοθήκης σου γι ακόμα μια φορά και νιώσε περήφανος για το ιερό σου κόλλημα. Όρισε εκ νέου τη φράση "Μια μεγάλη δισκοθήκη"

Peanuts, by Charles Schulz
Τέλος πλύνε τα χέρια σου από τη σκόνη που μάζεψαν κατά την προηγούμενη διαδικασία περηφάνειας καθώς κανείς βινυλιάκιας δεν ξεσκονίζει ποτέ τα άλμπουμ του.


Οι ρίζες της παρούσας ανάρτησης, ο συνδυασμός  των δύο πολιτισμικών τάσεων, στο βινύλιο και τα κόμικς αναφέρομαι φυσικά, χρονολογούνται στις απαρχές του ιστολογικού μου χωρόχρονου, μπορεί κι ακόμη παλιότερα. Τότε που μάζευα υλικό για ένα ποστ αφιερωμένο στη διείσδυση των κόμικ στο artwork γνωστών και μη εξύφυλλων δίσκων. Για αρχή είχα σχεδιάσει να βάλω το Cheap Thrills της Janis Joplin με τους Big Brother & The Holding Co.

Cheap Thrills, by Robert Crumb
Στην πορεία όμως, το όλο εγχείρημα πήρε μια νέα κατεύθυνση. Κι αυτό γιατί τον τελευταίο καιρό αρέσκομαι να ανεβάζω "δοξαστικές" αναρτήσεις που αφορούν το βινύλιο και δεν έχω εγκαταλείψει αυτή την "Love to love you baby" διάθεση  προς το αντικείμενο φετίχ (Φετιχιστής μπορεί να δηλώνω, συλλέκτης όχι)..


Να μιλάω για όλες εκείνες τις απολαύσεις που αφορούν τη σχέση μου (σου, μας, σας) με αυτό, από το να το ψάχνεις και να το αναζητάς, μέχρι να το αγοράζεις, να του ανοίγεις τη συσκευασία και να το καθαρίζεις, και από το να εντρυφείς σε εσώφυλλα και σημειώσεις μέχρι - και αυτό είναι και το σημαντικότερο - και να το ακούς. 


Έτσι ο αναθεωρημένος λόγος ύπαρξης της ανάρτησης και δικός μου σκοπός (πιθανότατα ανώφελος, μα σίγουρα εγκυκλοπαιδικός κι εργασιοθεραπευτικός συνάμα), είναι το να εντοπίσω τις περισσότερες δυνατές σχεδιαστικές απεικονίσεις δίσκων βινυλίου καθώς και των θαυμαστών αναπαραγωγέων αναλογικού ήχου, που ονομάζουμε πικάπ, σε κόμικ, διαφημίσεις, γελοιογραφίες, τρικάκια, flyer κλπ


Ξεκίνησα λοιπόν, σκανάρωντας αρχικά όλους τους νευρώνες της μνήμης μου, ανέτρεξα σε ψηφιακούς φακέλους δεκαετιών στον υπολογιστή μου, κι αργότερα σε στίβες περιοδικών κόμικς, χωμένος σε μπαούλα και πατάρια. Στο τέλος έφερα και μια βόλτα στο χάος του διαδικτύου.

by Christian Binet

Έβαλα ένα δίσκο να στριφογυρνάει στο πλατώ, η ανάρτηση αυτή δεν θα μπορούσε άλλωστε να γραφτεί υπό τους ήχους άλλου φορμάτ, κι άρχισα την αποδελτίωση.




Οι πωλήσεις των δίσκων βινυλίου ανακάμπτουν του καταποντισμού τους κατά τη δεκαετία του 90, και συνεχίζουν την ανοδική τους πορεία για σχεδόν δέκατη χρονιά!  Κάτι η επιστροφή στην ανάγκη του φυσικού, απτού αντικειμένου, η εξάπλωση της ιδέας περί ανωτερότητας του ήχου του βινυλίου και η παράλληλη εξαΰλωση του αντίπαλου cd,


κάτι οι μοδάτες vintage αναβιώσεις (με τη συμπαρομαρτούσα θετικότατη Record Store Day και το όλο hype), ανάγκασαν σχεδόν όλους τους εμπλεκόμενους, εταιρίες και δισκογραφούντες, να τυπώσουν τις δουλειές τους σε πολυμερισμένους πλαστικούς κύκλους προκειμένου να καλύψουν την αγοραστική όρεξη του κοινού.


Και πέρα από το αναμενόμενο έστειλαν πάρα πολύ περισσότερο μουσικόφιλο κόσμο στα δισκοπωλεία.


Η τροφοδότηση της έξης κάθε δισκομανιακού κατά τα γραφάς, ανέκαθεν απαιτούσε υπομονή, έρευνα και αντοχή. Κι οι περισσότεροι του κόμματος, εξ' όσων γνωρίζω τα έχουν αυτά τα τρία ηθικά αγαθά (στους περισσότερους εκλείπει βέβαια η αλληλεγγύη αλλά ετούτο είναι μια άλλη ιστορία). Υπάρχει όμως κι ένα τέταρτο αγαθό, υλικό αυτό, που καθορίζει την αγορά δίσκων (και πικάπ, ενισχυτών, ηχείων, επίπλων, καλωδίων). Το χρήμα.


Έτσι παρ' όλα τα υψηλά δεκαετίας διεθνώς, η αγορά, για την εγχώρια ομιλώ, έχει αναγκάσει τους περισσότερους στην αποκλειστική (και σ' αυτό το επίθετο εστιάζεται ένα κάποιο πρόβλημα) αναζήτηση δίσκων σε παζάρια και καταστήματα μεταχειρισμένων.


Προσωπικά πάντως εγώ το ευχαριστιέμαι εξίσου αν όχι και περισσότερο. Είναι που ενθουσιάζομαι όταν μερικές φορές στα μεταχειρισμένα άλμπουμ που φτάνουν στον καναπέ μου, ανακαλύπτω σημάδια και μηνύματα των παλιών κατόχων (εδώ δυο από τις περιπτώσεις αυτές: 1 & 2)


(Η Παναγιά μαζί σου, τις Κυριακές το πρωί στα παζάρια)

Holy Vinyl

Τα δε νέα ακούσματα έρχονται συνήθως μέσω οπτικών ινών, ελέγχονται, εκρίνονται, ξεδιαλέγονται προσεκτικά κι αν κάποιο απ' αυτά θεωρείς ότι αξίζει, τότε και μόνο τότε τρέχεις και το αναζητάς στο κοντινότερο δισκάδικο.


Δυστυχώς στην ψηφιακή τους μορφή, σπάνια ακούγονται πλέον ολόκληρα τα άλμπουμ ως ενιαία πνευματικά έργα. Ακόμα κι εγώ που δεν ενστερνίζομαι τη θεωρία των ξερών single, του ενός, άντε δύο χιτ ανά μπάντα και ανά δίσκο, υποκύπτω συχνά στον πειρασμό του next - next -next ....


[Ίσως έτσι κρατιέμαι νέος, ε; Αλλά τι νέος θα μου πείς με τέτοιες γελοιγραφίες σαν από το "Τραστ του γέλιου";]



Τις περισσότερες φορές οι μεγάλες αλήθειες (ναι υπάρχουν!) κρύβονται στα απλά λόγια. Ηλίου φαεινότερον αυτό στα στριπάκια του Charles Schulz. Η παρέα του Snoopy έχει μια ιδιαίτερη σχέση με το βινύλιο και με την παιδική τους αφέλεια οι χαρακτήρες των Peanuts την αποκαλύπτει:

Peanuts, by Charles Schulz 

Peanuts, by Charles Schulz 
Peanuts, by Charles Schulz 
Είναι όντως αυτές οι αλήθειες οι πραγματικοί λόγοι που σε κάνουν συλλέκτη; Δύσκολο να σου απαντήσω μιας και δεν κατατάσσω τον εαυτό μου στην κατηγορία αυτή.

Peanuts, by Charles Schulz 
Ας επανέλθω όμως τώρα, στην πένα του κ. Robert Crumb, μιας κι αυτή στάθηκε η αρχέγονη αφορμή για την ανάρτηση, πάμε να δούμε "Το μανιφέστο του συλλέκτη δίσκων" διά χειρός του ιδίου (κλικ για μεγέθυνση)

Record Collectors by Robert Crumb

ο οποίος κ. Crumb έχει τιμήσει ουκ ολίγες φορές με τα μελάνια και τις γραφίδες του στα ιδιοσυγκρασιακά του σκίτσα, τόσο το βινύλιο, τους δίσκους και τα δισκάκια, τα πικάπ και τις συλλογές όσο και τα ίδια τα πρεζάκια του μαύρου χρυσού, τους δισκόφιλους και την καταραμένη ψυχολογία τους.


by Robert Crumb

by Robert Crumb
by Robert Crumb
καθώς και ο αντίλογος σε μια σπουδαία αυτοκριτική ανάλυση του ψυχισμού ενός συλλέκτη από έναν ...πάσχοντα. Τα λόγια του οποίου αν και υπερβολικά που και που έχουν πολύ ενδιαφέον:


by Robert Crumb
Οι κίνδυνοι. Οι πραγματικοί κίνδυνοι για έναν λάτρη του βινυλίου δεν είναι βέβαια ούτε ο εθισμός του στη νόμιμη μαύρη ουσία, 

Ranxerox by Stefano Tamburini and Tanino Liberatore,
I can't help it, Mike !!! (απίθανη ατάκα)
ούτε στην αντικοινωνικότητα που κάποιοι λένε πως ενσκύπτει στους συλλέκτες. Οι κίνδυνοι είναι άλλοι ή για να το πω καλύτερα οι κίνδυνοι είναι οι άλλοι. 


Li'l Phooey Dewey by Malt Spinelli
Για παράδειγμα ο τρόμος του να αφήσεις παιδιά, ανήψια και εγγόνια να ...παίξουν (με) τους δίσκους σου. Λαμπάτοι ενισχυτές και ακριβά πικάπ, διαμαντένιες βελόνες και κεφαλές πηνίου οφείλουν να έχουν πάντα ατρόμητους κασκαντέρ, υποκατάστατα για τα γυναικόπαιδα, τον απλό ...λαό με τον οποίο συνοικείς. 

Woody Woodpecker by Walter Lantz
Tom & Jerry by Hanna & Barbera
Καθώς όμως κάθε κανόνας έχει και τις εξαιρέσεις που τον επιβεβαιώνουν υπάρχουν πάντα κι εκείνες οι στιγμές που κάποιο κόσμημα της δισκοθήκης σου χάνεται με άδοξο τρόπο.



Σπάνια έως ποτέ εχθρός είναι και ο κακός σου εαυτός.

The Simpsons, by Matt Groening
The Freak Brothers
Και λέω σπάνια έως ποτέ γιατί ακόμα και στα πάρτυ, - τουλάχιστον όπως γινόντυσαν κάποτε αυτά, όπου εκατοντάδες δίσκοι έπαιρναν τη σειρά τους να φέρουν τις βόλτες τους στο πλατώ πριν στοιβαχτούν απροστάτευτοι, γυμνοί από εσώφυλλα και προστατευτικά "βρακιά", ο ένας πάνω στον άλλο -, πλην ελαχίστων σημαδιών χρήσης ποτέ δεν πάθαιναν τίποτα.

Και αναφέρομαι σε κατακλυσμιαία πάρτυ με πολλούς καλεσμένους

The Far Side, by Gary Larson 

σε πάρτυ με 2 άτομα

Omaha by Reed Waller



ή ακόμα και εκείνα τα πάρτυ του που έκανες μόνος, είτε σ' άκουγε όλη η γειτονιά.

by Edika (είπαμε, θεός)
είτε όχι.


Ή και να πάθαιναν στην τελική, ήξερες πως εξαρχής γι αυτό προορίζονταν. Ένας δίσκος με τον οποίο έχετε λειώσει στο χορό δεν παύει να είναι ποτέ ένας από τους πιο υπέροχους δίσκους που έχεις. Όσες γρατζουνιές και χυμένα ποτά να έχει πάνω του.


Το "Standing on a beach" των Cure, κάπως έτσι την έχει πατήσει.




Κι εσύ φυσικά και δικαιολογημένα ο καλύτερος DJ του κόσμου! Στο σπίτι...



στο κλαμπ


στο τζούκμποξ ενός μπάρ

Juke box by Petros Zervos
The Simpsons, by Matt Groening
ή στο στούντιο ενός ραδιοφωνικού σταθμού

Lupo Alberto by Silver

Radio Lucien by Margerin


αφού ακούς και παίζεις την καλύτερη μουσική που έχει ηχογραφηθεί ποτέ στον πλανήτη.

Mafalda by Quino


με τους προσωπικούς σου ήρωες

Superman 1947

ή ακόμα καλύτερα τους ολόδικούς σου αντιήρωες

Mr Magoo, by M. Kaufman & J.Hubley
διαλέγοντας τραγούδια από τις 33 στροφές




τις 45



ή τις 78

Rolling Stones, by Robert Crumb

Red Brothers by Panebarco
Έτσι δεν είναι;



"Πονάει πάντα η πρώτη φορά, όπως λέει και εκείνο το συγκρότημα που άκουγες" μου 'χε πει η μάνα μου πάνω σε μια κουβέντα μια φορά, στις Τρύπες αναφερόταν φυσικά, κι εγώ έκπληκτος όχι μόνο που δεν αγνοούσε τη μουσική που έβαζα έφηβος στο πατρικό αλλά αντιθέτως είχε επιχειρηματολογήσει με στίχο του Αγγελάκα, απάντησα εξυπνακίστικα με τον αμέσως επόμενο στίχο.


Κάθε βινύλιο κουβαλάει πάνω του μνήμες. Σαν φωτογραφία ένα πράγμα. Επαναλαμβάνομαι, το ξέρω, αλλά δεν πειράζει. Αντιγράφω λοιπόν από μία ανάρτηση του προηγούμενου μήνα: 

...η ιστορία της ζωής μου βλέπεις, ίσως και της δικής σου αν είσαι πάνω κάτω στην ηλικία μου ή μεγαλύτερος, έχει καταγεγραμμένο το μουσικό της soundtrack σε μαύρους κυκλικούς δίσκους πολυβινυλοχλωριδίου.  

5 e il numero perfetto by Igort
Οι οποίοι αν το σκεφτείς  φέρουν και κάτι ακόμα, άγραφο κι ατύπωτο αυτό, εξίσου σημαντικό πάνω τους. Μνήμες. Είναι φορτωμένοι εικόνες από τον καιρό που τους αγόραζες. Εποχές αυτιστικής εφηβείας, εποχές χορού, εποχές της πρώτης φοράς, μακριών μαλλιών, συνακροάσεων, ευτυχίας, εκπληρωμένων ή μη μεγάλων ερώτων, βίας και ξεσπασμάτων, λύπης κοκ. 

Top Cat by Hanna-Barbera
Τη μέρα που πήρα τον πρώτο μου μισθό, στην πρώτη μου έξοδο απ'το στρατόπεδο, τη μέρα που ήθελα να σου γράψω μια κασέτα με το τραγούδι που σου άρεσε, τη μέρα που έχασα τη δουλειά μου, τη μέρα που τέλειωσα το σχολείο ή τη σχολή, τη μέρα της απώλειας, τη μέρα που είχα 100 δραχμές στην τσέπη, τη μέρα που ψάχναμε δίσκους παρέα, τη μέρα που θα άλλαζε η χιλιετία, τη μέρα που γύρναγα έρημος στους δρόμους της πόλης αλλά κι εκείνη που σφύριζα ενθουσιασμένος στα ίδια μέρη πήρα ένα δίσκο. Όπως και τόσες άλλες.


Πολλές εκατοντάδες μέρες, τουλάχιστον 30 Μαρτίων. 

by Robert Crumb
Στις γιορτές και τα γενέθλια μου παίρνουνε δίσκους καλοί φίλοι.

Αυτά τα λίγα.

Now's the time, by Jean-Michel Basquiat 

Related Posts with Thumbnails