Το ποτάμι φουσκωμένο από τη βροχή και πίσω του, δέκα μοναξιές ακίνητες. Ούτε μία, ούτε δύο. Σε αντίθεση με τα σκουπίδια που ταλαντώνονται στην επιφάνεια της λάσπης – νερό δεν το λες - που κυλάει κάτω σχεδόν από τα πόδια τους.
Λίγο παραπέρα μια όχι άγνωστη εικόνα σε εμένα (και όσους ταξιδεύουν τα 172 μέτρα που τη χωρίζουν από το πέρας της πόλης των Κυριακάτικων Αθηνών του 21ου αιώνα) φωτίζεται ύποπτα και μοιάζει τόσο διαφορετική που με προκαλεί να τη φωτογραφήσω.
Σήμερα οι άνθρωποι είναι λιγοστοί και σχεδόν κανένας δε χαμογελάει. Μόνο ένας (ακόμα ένας) έκπτωτος άγγελος μου ρίχνει μια διαγώνια ματιά και υπομειδιά.
Αργότερα ένας ηλικιωμένος κουστουμαρισμένος κύριος θα σταθεί όρθιος πάνω από εμένα και έναν νεότερο από εμένα, άγνωστό μου άντρα και καθώς αμφότεροι ξεφυλλίζουμε - σχεδόν γονατιστοί - με τα ακροδάχτυλά μας δυο πακτωμένα πακέτα από δίσκους βινυλίου θα μας ρωτήσει.
- Θα θέλατε να έρθετε σπίτι μου να ακούσουμε δίσκους γραμμοφώνου αγαπητοί μου κύριοι;
Διάσημοι ήρωες των
απανταχού μουσικόφιλων και όχι μόνο, πασίγνωστες περσόνες που στοιχειώνουν στο πέρασμα των δεκαετιών, άλλοτε με τις δραματικές και άλλοτε (σπανιότερα) με τις αστείες τους ιστορίες, δισεκατομμύρια εγκεφαλικά κύτταρα από εκείνα που αποκωδικοποιούν τον ήχο.
Ο λόγος για τα πολυτραγουδισμένα ονοματεπώνυμα των πρωταγωνιστών και των πρωταγωνιστριών που δε μπήκαν στη ζωή μας μέσα από σελίδες βιβλίων ή μικρές και μεγάλες οθόνες αλλά γνωριστήκαμε και τους κάναμε δικούς μας ανθρώπους σε δίσκους βινυλίου, σε γεμισμένες τραγούδι το τραγούδι κασέτες και σε ipods.
Από τη μια, χαρακτήρες πραγματικοί, τυχαίοι θα έλεγες άνθρωποι
που έζησαν σε διαφορετικές εποχές και – άθελα τους - κατάφεραν να ξεφύγουν από
τη συλλογική λήθη στην οποία καταλήγουν οι εκπρόσωποι του ανθρώπινου είδους που
φεύγουν δίχως να μεγαλουργήσουν.
Κι από την άλλη πάλι, χαρακτήρες της φαντασίας, γόνιμη σπορά των μουσών στις κεραίες εμπνευσμένων καλλιτεχνών που τους έδωσαν
υπόσταση πριν τους χαρίσουν κι αυτοί με τη σειρά τους είτε στα αυτιά μας είτε στα
χείλη των πιο καλλίφωνων εξ ημών.
Είναι ο Bobby McGee και η Eleanor Rigby. Είναι η Janie Jones και τόσοι άλλοι των οποίων τα ονόματα έγιναν αθάνατα συνθήματα και συναισθήματα, πλεγμένα σε τίτλους και στίχους τραγουδιών.
Ας ξεκινήσουμε λοιπόν με τον αξιότιμο κ Spencer ο οποίος καθαυτός φαίνεται να
μην υπήρξε ποτέ. Στη σχεδόν ντοκυμαντερίστικη του στιχουργική o David McWilliams προσωποποιεί στο συναρπαστικό αυτό anthem της δεκαετίας του 60 τις περιπέτειες των κατατρεγμένων από τα βάσανα ανθρώπων, των βουτηγμένων στο φθηνό αλκοόλ, όσων έπαιξαν και έχασαν στο παιγχνίδι της ζωής, όσων ζουν στη σκοτεινή πλευρά μιας αμερικάνικης κωμόπολης, της Ballymena στο
πρόσωπο του ανύπαρκτου κ. PearlySpencer.
Παρόλα αυτά δε λείπει η άποψη των κοντινών στον συνθέτη ανθρώπων που υποστηρίζουν πως ο McWilliams στο τραγούδι αυτό περιγράφει δυο υπαρκτά πρόσωπα. Πως 'φορτώνει' καμουφλαρισμένα στον πρωταγωνιστή του, τους βίους δυο γυναικών που έζησαν με
αντίστοιχο τρόπο τις ζωές τους στη γενέτειρά του.
Όπως και να έχει όμως η αληθινή πηγή έμπνευσης το τραγούδι δεν παύει να είναι ένα ψυχεδελικό κομψοτέχνημα (σε όποια διακευή κι αν το ακούσεις, είτε των Vietnam Veterans, του Marc Almond ή της Caterina Caselli) που χάρισε - ποιος το περίμενε; - την αθανασία στον άμοιρο Pearly Spencer.
Ίσως η πιο διάσημη έστω και μετά θάνατον γυναίκα που δεν
υπήρξε ποτέ. Γέννημα κυρίως του ταλέντου του PaulMcCartneyη μοναχική Eleanorγια την
οποία αρχικά είχε επιλεχθεί το ονοματεπώνυμο Daisy Hawkins. «Ξαναβαφτίστηκε» όμως
κατά τέτοιο τρόπο ώστε το ονοματεπώνυμό της να ακούγεται τυχαίο και φυσικό.
Δανείστηκε,
λέει ο Paul, το επώνυμο από τα καταστήματα «RigbyandEvensLtdWineandSpiritShippers» ενώ με το μικρό της
όνομα τίμησε την ηθοποιό EleanorBron.
Άλλαξε επίσης και το όνομα του
δευτεραγωνιστή του τραγουδιού σε "FatherMackenzie" από το πρωτότυπο "FatherMcCartney" για να μην έχει μπελάδες με τον …πατέρα του.
Αυτή ήταν η επικρατούσα θεωρία για το πασίγνωστο τραγούδι
των Beatles, τουλάχιστον
μέχρι την αποκάλυψη της εύρεσης του τάφου της πραγματικής Ελεονόρας. Γεννημένη
το 1895 η πραγματική Eleanor(Whitfield
το επώνυμό της), σύζυγος του ThomasWoods,
έζησε μια ζωή που δεν απείχε από εκείνη
που περιγράφεται στο τραγούδι, παντρεύτηκε - μεγαλοκοπέλα για την εποχή εκείνη - στα 35 της
τον σιδηροδρομικό Thomas Woods και πέθανε άκληρη σε ηλικία μόλις 44 χρόνων.
Ο
εκ της μητρός παππούς της, JohnRigby,
επέμενε – και εισακούστηκε ως συνηθιζόταν - μετά το θάνατό της να λάβει το Rigbyως
εκείνο το επώνυμο που θα της επέτρεπε να ταφεί στον οικογενειακό τάφο. Έναν τάφο
που βρίσκεται στον αυλόγυρο της εκκλησίας του Αγ. Πέτρου στο Λίβερπουλ, και το
περίεργο είναι πως σε αυτήν την εκκλησία πρωτοσυναντήθηκαν πιτσορικάδες ο JohnLennonμε
τον PaulMcCartney.
3. Van Morrison - Linden Arden Stole the Highlights
Ο περίεργος Ιρλανδικός μύθος που θέλει τον εκπατρισμένο LindenArden, τον άντρα που αγαπούσε
τον πρωινό ήλιο και στις φλέβες του έτρεχε ουίσκι, στοίχειωσε το μυαλό του συντοπίτη
του VanMorrisonσα φάντασμα.
Κι έτσι ο Vanτο 1974 στιχουργεί και προβάλλει τη
συλλογική μνήμη του Ιρλανδικού μεταναστευτικού ρεύματος στις ΗΠΑ στην
ψυχοσύνθεση εκείνου του μυθιστορηματικού χαρακτήρα που τ’ άρεσε να πίνει τα
κέρατά του, να πηγαίνει στην εκκλησία και …να κόβει με το τσεκούρι του τα κεφάλια
όσων έχωναν τη μύτη τους στο παρελθόν του. Όλα αυτά στους δρόμους του Σαν Φρανσίσκο.
Φελλινικός όσο κι αν αυτό φαίνεται περίεργο καθώς πηγή
έμπνευσης σύμφωνα με τον συνθέτη του, τον Kris Kristofferson υπήρξε το LaStrada του Ιταλού σκηνοθέτη ο BobbyMcGee. Ένας χαρακτήρας θεωρητικά ανύπαρκτος (;), ένας ρόλος που
γράφτηκε κατά παραγγελία και ίσως γι αυτό και συγκεντρώνει σε ένα μόνο πρόσωπο καθολικά
την έννοια της λέξης εραστής (ή ερωμένη). Αυτός/η με τον/την οποίο/α μοιράζεται
ζωή, σώμα και ψυχή, αυτός/η που σου κρατά το χέρι, που σε νοιάζεται, που δε θα
θελήσεις ποτέ – μα ποτέ - να χάσεις και κυρίως αυτός/ή που θα ταξιδέψετε
τραγουδώντας παρέα προς την ελευθερία. Ιδίως όταν δεν θα έχετε πια τι άλλο
να χάσετε.
Το δισυπόστατο του φύλου στην παραπάνω παράγραφο δεν
οφείλεται μόνο στο ότι αρχικά ο Bobby
ήταν η Bobby αλλά
κυρίως στο ότι επιλέχτηκε το όνομα αυτό γιατί μπορεί να το φέρει τόσο ένας
άντρας όσο και μια γυναίκα δίνοντας (εμπορικό τρικ αυτό) τη δυνατότητα στο άσμα
να τραγουδιέται από φωνές ανεξαρτήτως του φύλου του/της κατόχου.
Το δε όνοματεπώνυμο ανήκει σε μια γραμματέα
της δισκογραφικής που στέγαζε μουσικά τον Kristofferson, την Bobbi McKee!
5. Tom Waits - Tom Traumbert's Blues (Four
Sheets To The Wind In Copenhagen)
Ποιος ήταν αλήθεια ο TomTraubert; Κάποιος φίλος, φίλου, φίλου του TomWaits (λένε οι θρύλοι που
διαχέονται μεταξύ των μουσικόφιλων), που πέθανε στη φυλακή. Κάποιος φίλος,
φίλου, φίλου που ξόδεψε όλη την προηγούμενη, πληγιασμένη ζωή του περιφερόμενος
στις φτωχογειτονιές των άρρωστων και των απόκληρων. Σε δρόμους που τριγύρισε και ο ίδιος ο Waitsμεθώντας
και ξερνώντας για να γνωρίσει από πρώτο χέρι τις αντανακλάσεις του κ. Traubertπριν
γράψει τους κινηματογραφικά συναρπαστικούς στίχους του υπέροχου και εμβληματικού αυτού
τραγουδιού.
Κι αν θέλουμε να εξετάσουμε την καταγωγή του Tom Traubert,
θα εικάσουμε πως είναι μάλλον Αυστραλός μιας και το ρεφραίν του τραγουδιού στηρίζεται στον
ανεπίσημο εθνικό ύμνο της χώρας των καγκουρό το Waltzing Matilda.
Πάμε στην περίπτωση της LucyJordan τώρα. Μιας γυναίακας που θα μπορούσε να είναι μια οποιαδήποτε από τις χιλιάδες νοικοκυρές
που μέχρι την ημέρα που ανέβηκε στη στέγη του σπιτιού της σπέρνοντας φωνές και
κατάρες στους περαστικούς δεν διέφερε σε τίποτε από οποιαδήποτε άλλη μεσοαστή:
Ο σύζυγος στη δουλειά, τα παιδιά στο σχολείο, η τηλεόραση, τα λουλούδια στο
βάζο, το φαγητό στο φούρνο και όλα τα νεανικά της όνειρα ματαιωμένα.
Λίγο πριν όλα αρχίζουν να στροβιλλίζονται και χαθούν σε ένα
πορτοκαλί fadeout
στο κρεβάτι του τοπικού ψυχιατρείου, η Lucy απολαμβάνει – δεμένη στην καρότσα του ασθενοφόρου - την
κούρσα που πάντα ονειρευόταν στους δρόμους …του Παρισιού.
Κατά την προσωπική μου άποψη δεν είναι απίθανο ο Shel
Silverstein, ο συνθέτης του τραγουδιού να εμπνεύστηκε από τα παρεμφερούς
θεματολογίας «Ημερολόγια της Ήντιθ» της Πατρίσια Highsmith πριν το παραδώσει στην μία και
μοναδική Marianne που
κυριολεκτικά ενσάρκωσε τη Lucy.
Τυπική περίπτωση πετυχημένου από τα γεννοφάσκια του τύπου ο David
Watts. Γοητευτικός, αθλητικός, με ηγετικά προσόντα και «κάτοχος» μιας άνετης,
ανέμελης και ευχάριστης ζωής. Και προπάντων υπαρκτός. Όλα όσα συνετέλεσαν και
δικαιολόγησαν δηλαδή την εκδήλωση κατάφορης ζήλειας προς το πρόσωπό του που
ένιωσε το ασχημομούρικο εργατόπαιδο του διπλανού θρανίου, ο συμμαθητής του (ο
μεγάλος και τρανός κατ’ εμέ) RayDavis.
Μια ζήλια που οι πηγές της ενίοτε
αναζητούνται και σε έναν υποβόσκοντα ερωτισμό. Γεγονός που δεν το λεν οι ‘κακές
γλώσσες’ μόνο αφού ο κ. DavidWatts
συχνά εξεδήλωνε ένα κάποιο ρομαντικό ενδιαφέρον προς τον αδελφό (και έτερο
μέλος των Kinks), τον
δηλωμένα αμφισεξουαλικό Dave.
Πάμε τώρα στον καλό άνθρωπο, τον AlbertBrown τον ήρωα των Dukes Of
Stratosphear που μοιάζει να έχει ξεπηδήσει από κάποιο τραγούδι των Kinks τόσο ο ίδιος όσο και η
μουσική που πλαισιώνει την ωδή σε αυτόν.
Ο μεθυσμένος κ. Albert
με το κοινότατο επώνυμο που κάποτε πολέμησε στον πόλεμο, εκεί που
χρειάστηκε να σκοτώσει κι αυτός μερικούς ανθρώπους, τώρα κερνάει, πεσμένος στα
πατώματα, άλλη μια γύρα τους θαμώνες του μπαρ. Ο καλός κ. Albert είναι η ενσάρκωση ενός – δύσκολα θα τον
έλεγες αξιοπρεπή – ξεπεσμού με το αλκοόλ να είναι τόπος εξορίας του συνταξιούχου,
που κρύβουμε (σχεδόν) όλοι μέσα μας, ηλικιακά, εργασιακά ή πνευματικά.
Εμπνευσμένος σύμφωνα με τους συνθέτες του από ένα διήγημα
του Φραντς Κάφκα (In The Penal Colony), ο με τον τρόπο του ψυχεδελικός αυτός χαρακτήρας όμως είναι κατά
το ήμισυ μόνο φανταστικός. Με το όνομα Albert Brown υπήρχε ένας Αμερικανός βετεράνος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου (1905 –2011) ο οποίος μάλιστα ήταν
από τους τελευταίους εναπομείναντες επιζώντες της διαβόητης πορείας θανάτουτου Bataan που υπέβαλε ο αυτοκρατορικός
στρατός της Ιαπωνίας δεκάδες χιλιάδες αιχμαλώτους.
Ίσως επίση ο τίτλος να είναι μια παράφραση της βασισμένης
στους χαρακτήρες του Peanuts του κομίστα Charles
M. Schulz, «You're a Good Man, Charlie Brown» του 1967 .
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον και στην κατηγορία των υπαρκτών προσώπων ανήκει ο ψυχεδελικός σουρεαλιστικός και μυστηριώδης κ. ArnoldLayne.
Ο διαβόητος κατά Floydκ Layne που έκανε την αγάπη του για cross-dressingχόμπι, κλέβοντας για ίδια χρήση
σουτιέν και γυναικεία εσώρουχα από τις απλωμένες μπουγάδες των γειτονισσών του
(των μανάδων του SydBarrettκαι του RogerWaters
συμπεριλαμβανομένων - .
Τουλάχιστον στη διαδραματιζόμενη μέσα στο τραγούδι υπόθεση ο Arnold την πατάει και συλλαμβάνεται, στην πραγματικότητα κανείς δε γνωρίζει την τύχη του όμως.
Όλα αυτά στα πέριξ
της ευρύτερης περιοχής του Cambridge,
10. The Allman Brothers Band - In Memory of Elizabeth Reed
Υπαρκτό πρόσωπο. Χειραφετημένη και σπουδαγμένη καλλονή, αγρότισσα, σύζυγος του ομοσπονδιακού λοχαγού BriggsNapier και μητέρα 12 παιδιών ηElisabethReed.
Με το σύζυγό της, τον πρώην ομοσπονδιακό λοχαγό Briggs Napier λειτούργησαν μάλιστα μια pub στις αρχές του 1900. Σύμφωνα με τα αρχεία των ΗΠΑ, γεννήθηκε τον 19ο αιώνα (1845) και πεθαίνοντας πλήρης ημερών το 1935, τάφηκε στο νεκροταφείο του Rose Hill. Εκεί που μαζεύονταν οι AllmanBrothersκαι εκμεταλλευόμενοι την απόλυτη ησυχία του εμπνέονταν και συνέθεταν τις μουσικές τους.
Ο κιθαρίστας της μπάντας DickeyBettsεπέλεξε τυχαία το όνομα της Elisabeth Reed από τα εκατοντάδες μνήματα για να τιτλοφορήσει την επτάλεπτη αυτή ορχηστρική του σύνθεση μη θέλοντας να αποκαλύψει το όνομα του ανθρώπου που πραγματικά τιμούσε συνθέτοντάς το.
Για την ιστορία, όχι μακριά από τον τάφο της Elisabeth Reed, βρίσκονται πλέον θαμμένοι οι Berry
Εδώ, ο JohnJoe, ο ήρωας του τραγουδιού των Dexysυπήρξε πραγματικά. Μόνο που ήταν κορίτσι και πιθανότατα να ήταν μόνο λόγω ποιητικής αδείας που ο αμφισεξουαλικός KevinRowlandτου άλλαξε το φύλο.
Η Johanna λοιπόν, την οποία συνάντησε κάποτε στη Σουηδία – άγνωστο αν είναι Σουηδή - έπειτα από μια σύντομη μόλις γνωριμία πήρε το θάρρος και του έστειλε ένα μήνυμα ρωτώντας τον ένα απλό ερώτημα: «Πιστεύεις στην αγάπη;»
Όντως πιστεύω στην αγάπη, της απάντησε, παρότι δεν ξέρω τίποτα για αυτή. Ξέρω μόνο πως είναι να εξαρτάσαι από τους ανθρώπους. Την αμέσως επόμενη στιγμή το ίδιο αυτό το απαντητικό του γράμμα το μελοποίησε και το έβαλε στο δίσκο με τον οποίο επέστρεψαν στη δισκογραφία πολλά χρόνια μετά το τελευταίο τους πόνημα οι αγαπημένοι μου Dexys.
Εδώ μπορείς να ακούσεις την πρώτη version του τραγουδιού. το εξίσου συγκινητικό "It's ok Johanna".
12. Συνθετικοί – Σταύρος Κοσμά Πέτρης
Ο καταραμένος αυτόχειρας, ο ξαναβαφτισμένος για ευνόητους λόγους Σταύρος Πέτρης του Κοσμά, και η παλιά και τραγική του ιστορία έρχεται να συμπληρώσει τέλος τούτη τη
λίστα. O νησιώτης που ήθελε να τον λένε 'Άνεμο' έζησε 103 χρόνια πριν εξουθενωμένος από τα οσα κακά του συνέβαιναν.
Το μόνο παραπάνω στοιχείο που κατάφερα να σταχυολογήσω μέσα από τα απέραντα χάη
του διαδικτύου είναι πως το "Σταύρος Κοσμά Πετρής” βγήκε απο μία
πραγματική συζήτηση που είχαν κάποιοι ηλικιωμένοι θαμώνες σε ένα καφενείο στην Δραπετσώνα και στο οποίο έτυχε να βρίσκεται λαθρακουστής ο Αποστόλης Λοβέρδος, ο στιχουργός του συγκεκριμένου τραγουδιου,ο οποίος και την κοινώνησε προς τα έξω.
Ρώτησα για περισσότερες πληροφορίες για το 'Σταύρο Πέτρη του Κοσμά', τον έτερο Συνθετικό, τον Διονύση Αυγερινό και αυτός μου επιβεβαίωσε την ιστορία. Παραθέτω την απάντησή του:
" Το ονομα Σταυρος (του) Κοσμα Πετρης ειναι συμβολικο. Ειναι μια ιστορια που ειχαμε ακουσει σε ενα καφενειο στην Δραπετσωνα και αναφεροταν σε εναν πολυ ευαισθητο και απροσαρμοστο ανθρωπο σε ολες τις κοινωνικες προσταγες. Σαν φυση ηταν πολυ ελευθερος και πολυ ανατρεπτικος. Το αποτελεσμα ηταν να απομονωθει απ ολους και ολα και καποια στιγμη δεν αντεξε και αυτοκτονησε με μαχαιρι. Ολα αυτα συνεβησαν 80 χρονια πριν τοτε που ακουσαμε την ιστορια του. ηταν το 1992"
Πλέον έχω δυστυχώς τη σιγουριά πως ο 'Σταύρος' και η τραγική του ιστορία είναι αμφότερα αληθινά μέχρι το κόκκαλο.
#
Ποιούς μπορεί να έχω ξεχάσει; Κάθε υπενθύμιση κάτι παραπάνω από ευπρόσδεκτη!
υγ. Η λίστα αρχικά ήταν κατά πολύ μεγαλύτερη, αποφάσισα όμως να αφήσω εκτός όλες εκείνες τις καταγραφές που αφορούσαν πρόσωπα τα οποία μπορεί εγώ να μην γνώριζα (όπως αποδείχτηκε) μεν, παρόλο που υπήρξαν ιστορικά και κάποια πό αυτά διάσημα (ακτιβιστές, καλλιτέχνες. δολοφόνοι, παρουσιαστές κλπ), δε.
Πως θα μπορούσε να πάει άσχημα μια μέρα που ξεκινάει με την υπεραισιόδοξη εικόνα του αγαπημένου μου γκρινιάρη και (σχεδόν αιωνόβιου μα αεικίνητου) γείτονα που ενημερώνεται και πιθανόν φαντασιώνει πριν ακόμα την επέλαση της θερινής ώρας τις καλοκαιρινές του διακοπές περιμένοντας το μετρό.
Μιας μέρας που φιλοξένησε - άγνωστο πως - ένα από τα πιο πετυχημένα (από σκοπιά ακροαματικότητας) επεισόδια στην ...ιστορία της εκπομπής (**) και της οποίας το μεσημέρι με βρίσκει να γυρνάω στο σπίτι με τρεις πάρα πολύ καλούς (!!!) φρεσκοαγορασμένους δίσκους υπο μάλης.
(**) Ευχαριστώ όσες και όσους μου έκαναν παρέα για σχεδόν δυόμιση ώρες σήμερα το πρωί. Αν κάποιος/α επιθυμεί να (ξανα)ακούσει το σημερινό επεισόδιο δεν έχει παρά να εκμεταλλευτεί τη δεύτερη ηχογραφημένη παρουσία του, κατευθείαν από εδώ:
Στο εγχειρίδιο αντιμετώπισης χειμερινών μπελάδων (χρήσιμο ανάγνωσμα παρότι ο χειμώνας έχει φαινομενικά παρέλθει) αναφέρει πως αν ποτέ βρεθείς πάνω στο λεπτό πάγο, τουλάχιστον όταν αυτός κρύβει από κάτω του βαθειά για σένα νερά, πρέπει να ξαπλώσεις μπρούμυτα και ν’ απλώνεις χέρια και πόδια σαν κοιμισμένος αστερίας στην άμμο του θαλάσσιου βυθού.
Θα ελαττώσεις έτσι την πίεση που ασκείς σε συγκεκριμένα σημεία της αμφιβόλου αντοχής παγωμένης επιφάνειας μοιράζοντας τη δύναμη του βάρους σου σε όσα περισσότερα τετραγωνικά δεκατόμετρα δύνασαι. Οι πιθανότητες τότε να ακουστεί ο ήχος του πάγου που σχίζεται θα μειωθούν κατακόρυφα και αντιστρόφως ανάλογα με εκείνες της επιβίωσής σου.
Μπροστά σου θα έχεις τότε τρεις μήνες στους οποίους αν δεν καταφέρεις να συρθείς μόνος σε στέρεο έδαφος θα αναμένεις την άφιξη της οποιαδήποτε σωτήριας βοήθειας.
Αν ποτέ βρεθείς πάνω στο λεπτό πάγο, ακόμα κι όταν αυτός κρύβει από κάτω του βαθειά για σένα νερά, μπορείς πάλι να βαλθείς να χορεύεις με τον τρόπο που μόνο εσύ ξέρεις.
#
Την ώρα που ο ανοιξιάτικος ήλιος δε λέει να βγάλει το παλτό του και να λειώσει τους όποιους πάγους έχουν μαζευτεί γύρω μας , - σε ένα επεισόδιο-σάουντρακ των τελευταίων ημερών - μαζεύω όσα γεγονότα, καταστάσεις, σκέψεις, συναισθήματα και προπάντων ακούσματα με συγκίνησαν - το καθένα με το δικό του τρόπο -.
Ένα ακόμα δίωρο επεισόδιο, που θα ξεκινήσει το ταξίδι του από το στούντιο και θα ταξιδέψει χιλιόμετρα οπτικών ινών πριν φτάσει στα κάθε λογής ηχεία όσων θελήσουν να συντονιστούν στη συχνότητα του indieground. και να μου κρατήσουν παρέα. Αύριο
Παρασκευή 27 Μαρτίου, στις 10:00 το πρωί όπως πάντα,
Όποιος/α επιθυμεί να με συντροφεύσει δικτυακά και ραδιοφωνικά από το σπίτι, τη δουλειά ή απ' όπου αλλού δεν έχει παρά να πατήσει τον παρακάτω σύνδεσμο:
'Στη ζωή των περισσότερων ανθρώπων, καλώς ή κακώς, υπάρχει μια περίοδος κορυφαίας εμπειρίας, ένα διάστημα στο οποίο είμαστε στην καλύτερη φόρμα μας, ίσως επειδή αντιμετωπίζουμε επιτυχώς κάποια πρόκληση, αντέχουμε κάποια δοκιμασία, απολαμβάνουμε κάποια ειδική αναγνώριση, βρίσκουμε μια παρατεταμένη και αδιανόητη ως τότε απόλαυση ή απλώς αισθανόμαστε συνεχώς ευτυχισμένοι και ελεύθεροι. Τότε υπάρχει μια τάση να παγώσουμε ψυχολογικά σε αυτόν τον χαρούμενο πάγο και να μετατρέψουμε τον εαυτό μας σε ζωντανά απολιθώματα για όλη την υπόλοιπη ζωή μας. '
Πιθανότατα αυτόπτης της λήξης κάποιας τέτοιας περιόδου, προσπαθώ να συγκεντρωθώ στη δουλειά μου μα το μυαλό παραμένει κολλημένο στον άντρα που έχει σταθεί στο χείλος μιας ταράτσας που ο φακός της φωτογραφικής μου μηχανής εσφαλμένα βαφτίζει γειτονική.
Στο τρίτο σπανωτό κλικ – όσο απανωτό μου επιτρέπει η δύσκολη εστίαση σε αστικό περιβάλλον με κόντρα αντηλιά, δε βρίσκω στόχο. Περιμένω μερικά δευτερόλεπτα μήπως ακούσω κάποια κραυγή ή σειρήνες ασθενοφόρων. Κι έπειτα ήρεμος ξαναγυρίζω στη δουλειά μου.
Τα απογεύματα όταν σκέψεις και πάθη ηρεμούν είναι νομίζω πιο φιλικά από τα μεσημέρια στην ψυχολογία του ανθρώπου.
Άνθρωποι που έρχονται κι ενίοτε παρέρχονται από τη ζωή σου, σε σημαδεύουν με το δικό του τρόπο ο καθένας. Είτε ως δικός σου άνθρωπος, είτε ως ‘πολύτιμο μάθημα’ αντίστοιχα. Χρειαζούμενα κι αναγκαία και τα δύο;
Τι να σου πω; Θεωρώντας την εμπιστοσύνη στους ανθρώπους εξαίρετο – αν και σπανίζον – αγαθό, τη δική μου, λοιπή ανάλυση επί του θέματος προτιμώ να την κουβαλάω μόνος και να μην τη μοιράζομαι εύκολα, όχι όμως για λόγους που ‘χουν να κάνουν με κάποια ιδιαίτερη αγάπη στη μυστικοπάθεια ή/και την κρυψίνοια όπως ορθά θα μπορούσε κάποιος να μου καταλογίσει. Την προσωπική μου θεώρηση δεν την κοινωνώ διότι τα όποια εξαγόμενα συμπεράσματα της δε νομίζω ότι αφορούν ή έχουν αντίκρυσμα σε οποιονδήποτε δε φέρει τα δικά μου μυαλά.
Είχα ακούσει κάποτε μιαν ιστορία για κάποιον βαριεστημένο τύπο που φαινομενικά τίποτα δεν του έλειπε όταν μια μέρα τα παράτησε όλα. Πούλησε λέει τα υλικά και αποχωρίστηκε τ’ άυλα υπάρχοντά του, (κράτησε μόνο το αμάξι του), παραιτήθηκε από τη δουλειά του, χώρισε και από τη σύζυγό του αφού πρώτα την προίκισε με ένα καινούριο σπίτι. Φόρτωσε λέει ο αστικός μύθος όσα λιγοστά πράγματα του έμειναν στο πορτ μπαγκάζ του αυτοκινήτου και ξεκίνησε μια ωραία πρωία για προορισμό που μόνο εκείνος ήξερε. Στα χρόνια που πέρασαν νομίζω ξανάκουσα για αυτόν τον ελεύθερο άνθρωπο αλλά ποτέ δεν κατάλαβα αν η καινούρια του ζωή τον κράτησε ικανοποιημένο.
- Μπορείς να με προδώσεις όποτε θελήσεις. Θα έχω πάρει ένα σπουδαίο μάθημα αν επιβιώσω, φέρεται να του είπε κάποιος καθώς έφευγε.
Εντωμεταξύ εχθές μες στην απρόσμενη αρετή της άγνοιάς μου, είδα το Birdman. Και το συστήνω σε όποιον δεν το έχει δει.
Και σήμερα, ανήμερα της Παγκόσμιας μέρας του (σπιτικού, σκληραγωγημένου και μη αποδημητικού) Σπουργιτιού (γιατί ναι, υπάρχει και τέτοια) και εν ώρα έκλειψης στο σταθμό, στο 155ο επεισόδιο, - το οποίο όποιος/α επιθυμεί να το (ξανα)ακούσει δεν έχει παρά να εκμεταλλευτεί τη δεύτερη ηχογραφημένη παρουσία της, κατευθείαν από εδώ:
Όταν το έδαφος δεν προσφέρεται για να πει κανείς ή να κουβεντιάσει τα όσα έχει στο μυαλό του, τότε αυτός (ο κανείς) ετοιμάζει ένα καινούριο επεισόδιο για την
Παρασκευή 20 Μαρτίου, στις 10:00 το πρωί όπως πάντα,
Όποιος/α επιθυμεί να με συντροφεύσει δικτυακά και ραδιοφωνικά από το σπίτι, τη δουλειά ή απ' όπου αλλού δεν έχει παρά να πατήσει τον παρακάτω σύνδεσμο:
Σου είπαν «Βγάλε τα γυαλιά» και σε χαστούκισαν, γιατί ζήλευαν την εφηβεία σου
Μας πήραν τα παιχνίδια μας και τα κατέστρεψαν, γιατί φοβούνταν τα όνειρα μας...
Μας μίσησαν, γιατί μυρίζαμε αγάπη... Μας φόρεσαν το στέμμα τελικά οι εραστές του απόλυτου τίποτα.
Με δίκασαν, γιατί έβλεπα, ενώ αυτοί ήταν τυφλοί Με μία κάμερα στο σπίτι σου σε διέσυραν, γιατί ζήλευαν τους έρωτες σου
Μας έδειξαν τα όπλα τους και μας απείλησαν, γιατί τους τρόμαζε η σιωπή μας...
Μας σταύρωσαν, γιατί μιλούσαμε για ειρήνη Μας έκαναν θεούς τους τελικά οι εραστές του απόλυτου τίποτα.
Έτσι οργανωμένες τριγυρνούσαν οι παραπάνω λέξεις μεταξύ του δεξιού μου εγκεφαλικού λοβού και των χειλιών μου μέχρι και τις τελευταίες στιγμές που νόμιζα (ή καλύτερα ήλπιζα) πως θα τα καταφέρναμε - 11 παρά τέταρτο, δυο μέρες πριν -.
Μετά το ναυάγιο κολύμπησε προς τα εκεί που πίστευε πως είναι η στεριά. Και για καλή του τύχη - γιατί θέμα τύχης καλείται ένας επιτυχής προσανατολισμός έπειτα από 952,3 ημέρες ανέμελης πλεύσης πάνω στην προδότρα βάρκα που τον άφησε απροειδοποίητα και μεσοπέλαγα - του πήρε πολύ λιγότερο χρόνο απ' ότι υπολόγιζε για να φτάσει πίσω. Σημάδι πως για πολύν καιρό έγραφε απλά κύκλους στη σκονισμένη θάλασσα αφού μόλις σε 7,2 εβδομάδες έφτασε σε γείτονες του λιμανιού εκκίνησης ακτές.
Τότε άπλωσε, αποκαμωμένος - μα ζωντανός -. τα χέρια να πιαστεί από τα βράχια, να κρατηθεί όσο γερά θα του επέτρεπαν οι δυνάμεις που του απέμεναν και να τα σκαρφαλώσει. Όμως τα βράχια ανατρίχιασαν επικίνδυνα στη θέα των απλωμένων δαχτύλων που θα τα ακουμπούσαν και στριφογύρισαν τις ακονισμένες από τον άνεμο άκρες τους σαν λεπίδια από μπλέντερ.
Ο ναυαγός με το χέρι ματωμένο χέρι ξάπλωσε ανάσκελα στον αφρό της θάλασσας και στα βυθισμένα του αυτιά αντήχησε η ακανόνιστη αναπνοή του να ανεβοκατεεβαίνει.
Ας κάνω πως βρίσκομαι σε διακοπές σκέφτηκε σε μια προσπάθεια να ηρεμήσει τον εαυτό του. Πως όσα με αφορούν βρίσκονται υπό τον έλεγχο μου και ότι το σύμπαν συνεχίζει να πορεύετεται όπως πάντα επάνω στις πλάτες των τεσσάρων ελεφάντων που πατούν στο καβούκι της τεράστιας χελώνας.
Έριξε μια τελευταία ματιά προς τον μωβ ουρανό, τον είδε να καμπυλώνει και να γίνεται ένας πελώριος αναποδογυρισμένος κώνος που ισορρόπησε απαλά την κορυφή του πάνω στο δέρμα της παγωμένης του κοιλιάς, κι έκλεισε τα μάτια του.
Τώρα που γράφει αυτές τις κατσαρές γραμμές βρίσκεται στο κατάφωτο από κεριά δωμάτιο όπου είναι αποθηκευμένοι οι μετρητές ζωής – ράφια επί ραφιών γεμάτα από δαύτους, κοντόχοντρες κλεψύδρες, μια για κάθε ζωντανό άνθρωπο, που μεταφέρουν αενάως τη λεπτή τους άμμο από το μέλλον στο παρελθόν.
Το αθροιστικό σφύριγμα από τους κόκκους που πέφτουν κάνει το δωμάτιο να ουρλιάζει όπως η θάλασσα.
#
Για τον Terry Pratcett, τον αγαπημένο μου συγγραφέα που έδωσε οντότητα στον φανταστικό δισκόκοσμο και που πέθανε προχθές, δημιουργικός ως το τέλος παρότι χτυπημένος από Αλτσχάιμερ
Λένε πως η ζωή σου περνάει μπροστά από τα μάτια σου λίγο πριν πεθάνεις. Αυτό είναι αλήθεια, λέγεται Ζωή.
Terry Pratcett
(28.4.1948 – 12.3.2015)
υγ. Επειδή ερωτήθηκα 3 φορές τίνος είναι το παραπάνω κειμενάκι, η απάντηση είναι: "Δικό μου" εκτός από μια πρόταση που ανήκει στον Terry Prattchett.
Αν στο άκουσμα των λέξεων Paisley Underground δε σου έρχεται αμέσως στο νου κάτι συγκεκριμένο, με στεναχωριέσαι. Εγώ είμαι εδώ! Είμαι εδώ να σου θυμίσω πως κάτω από αυτές τις δύο λέξεις στεγάστηκαν και έδρασαν μουσικά (μεγαλούργησαν είναι το σωστό αλλά το αποφεύγω σε ένδειξη αντικειμενικότητας) μερικά από τα πιο αγαπημένα συγκροτήματα.
Μια μεγάλη παρέα μουσικών από το Los Angeles και τα πέριξ που προσπάθησαν και κατάφεραν επιτυχώς να ξαναφέρουν τον αυθορμητισμό του ήχου των sixties στην επικαιρότητα - μεσούσης της δεκαετίας του 80 – με το δικό τους τρόπο. Και που έκτοτε με τα τραγούδια τους οι Green on Red, οι Dream Syndicate, οι Long Ryders, οι Bangles, οι Rain Parade, οι Three O’clock και οι Opal μεταξύ κάμποσων ακόμα συγκροτημάτων που μνημονεύτηκαν στο σημερινό τρίωρο πάρτυ επεισόδιο στοίχειωσαν κάμποσες εφηβείες (εδώ δεν υπερβάλλω) και ενήλικες ζωές. Της δικής μου συμπεριλαμβανομένης.
Και πολλών πολλών ακόμα απ’ ότι συνειδητοποίησα σήμερα, ανήμερα Παρασκευή του Οίνου και των Ρόδων, τουλάχιστον αν λάβω υπ’ όψη το ένθερμο των διαθέσεων των υπερ-πολυπληθών φίλων και ακροατών που μου κράτησαν συντροφιά από τις 10 το πρωί μέχρι τη μία το μεσημέρι ακούγοντας μαζί μου αγαπημένα τραγούδια. Ευχαριστώ όλες και όλους
Τον δε δίσκο των Long Ryders που ήταν γραφτό να αλλάξει χέρια σήμερα, τον απέσπασε έπειτα από κλήρωση η ακροατής που υπογράφει ως C.I.A. (aka Cave In Athens)
Όποιος/α επιθυμεί να την (ξανα)ακούσει δεν έχει παρά να εκμεταλλευτεί τη δεύτερη ηχογραφημένη παρουσία της, κατευθείαν από εδώ:
Στην ιστορία του ροκ είναι ουκ ολίγες είναι οι σκηνές (τοπικές, χρονικές ή ηχητικές) που γεννήθηκαν, άνθισαν και έπειτα ξεθώριασαν, άλλες μέσα σε πολλά κι άλλες σε πολύ λιγότερα χρόνια.
Κάποιες έμειναν στην ιστορία ως θρύλοι (π.χ. η γενιά του Λονδίνου το 66-67 ή εκείνη της Ν. Υόρκης το76-77) και κάποιες απλά ξεχάστηκαν. Στη δεύτερη - δυστυχώς - και εκείνη του Paisley Underground. Του κιθαρίστικου ιδιώματος που στέγασε κάτω από την κοινή αγάπη για την ψυχεδέλεια των Byrds, τα φωνητικά των Beach Boys και τον θόρυβο των Velvet Underground κάμποσα συγκροτήματα, χοντρικά στα πέριξ των μέσων της δεκαετίας του 80.
Τότε που τα λαχούρια (paisley) ξαναμπήκαν στην ημερήσια ενδυματολογία για μια μερίδα εξ ημών εμού συμπεριλαμβανομένου. (Είχα ιδρώσει περπατώντας πάνω κάτω την Αθήνα μέχρι να βρω γιλέκο με λαχούρια. Δεν ήταν τόσο δυσεύρετα συνειδητοποίησα όταν κάποιος ηλικιωμένος πωλητής κουστουμιών με ρώτησε τι ακριβώς ψάχνω και μου εξήγησε χαμογελώντας πως δε θα βρισκα ποτέ αυτό που ψάχνω αν συνεχίζω να ρωτάω "Μήπως έχετε γιλέκο με κασμήρια;" όπως έκανα σε αυτόν.
Εμείς πιάσαμε σε λίγα χρόνια τα είκοσί μας και η δημοσιότητα έστρεψε βιαστικά τους προβολείς της - ως είθιστε άλλωστε - από τη συγκεκριμένη σκηνή σε νέες μουσικές και καινούρια είδη . Μαζί της χάσαμε και εμείς νομίζω την άμεση οπτική επαφή μαζί της. Αυτό όμως δε συνεπάγεται πως η συλλογική μας μουσική μνήμη δεν δέσμευσε παντοτινά εκείνον το χώρο που θα φιλοξενήσει τα τραγούδια, τα συγκροτήματα και τους ανθρώπους που την στελέχωσαν.
Τουλάχιστον σε εμάς που οι "ημέρες του οίνου και των ρόδων" μας πέτυχαν στην εφηβεία μας, αγαπήσαμε τη μουσική των Dream Syndicate, των Rain Parade και των Green on Red για παράδειγμα και ονοματεπώνυμα όπως Steve Wynn, Kendra Smith και David Roback μας είναι ακόμα κάτι πολύ παραπάνω από αναγνωρίσιμα
Την Παρασκευή λοιπόν ένα τρίωρο επεισόδιο-αφιέρωμα στη σκηνή του Paisley Underground. Στη μουσική, τις μπάντες, τους χώρους, τα ντυσίματα, τις αναφορές και τους επιγόνους. Μα προπάντων στα τραγούδια και τη μουσική.
Παρασκευή 13 Μαρτίου, στις 10:00 το πρωί όπως πάντα,
Όποιος/α επιθυμεί να με συντροφεύσει δικτυακά και ραδιοφωνικά από το σπίτι, τη δουλειά ή απ' όπου αλλού δεν έχει παρά να πατήσει τον παρακάτω σύνδεσμο:
Και όπως συνηθίζω πάντα στα αφιερώματα, ένα άλμπουμ* από τη δισκοθήκη μου (σχετικό με το είδος της μουσικής πάντα) θα αλλάξει χέρια και θα περάσει σε κάποιον/α ακροατή/ακροάτρια της εκπομπής, (απ’ όσους εκδηλώσουν ενδιαφέρον κατά τη διάρκειά της μέσω mail/facebook/sms/chatbox ή τηλέφωνο).
*Ο λόγος για τους αγαπημένους εκπροσώπους της P.U. σκηνής, τους Long Ryders οι οποίοι το 1987 κυκλοφόρησαν το φοβερό ‘Two Fisted Tales’, το οποίο τυχαίνει να έχω διπλό στην κατοχή μου.
Στέκω στοιχισμένος πίσω από μια ίδια με τη δικιά μου μπλε ποδιά, περιμένοντας με τις ώρες κάτω από την αντηλιά. Το αρχικό γράμμα του επωνύμου μου βλέπεις κάθε άλλο παρά από τα πρώτα γράμματα του αλφάβητου είναι κι ο πατέρας μου με έχει προειδοποιήσει πως πρέπει να έχω μεγάλη υπομονή με τους ονομαστικούς καταλόγους. Το εμπέδωσα αυτό και αργότερα: στο Πανεπιστήμιο, στις μισθοδοσίες, μα προπάντων στο στρατό.
Τι λέμε τόσην ώρα; Όσοι φοράνε γυαλιά να τα βγάζουν, με αγρίεψε ο φωτογράφος όταν έφτασε επιτέλους η σειρά μου κι εγώ υπάκουσα αμήχανα. Που να το ξέρει ότι το ένα μου μάτι, το τεμπέλικο, βλέπει το ελάχιστο που μπορεί; Εδώ εγώ δεν το ήξερα καλά-καλά στην πρώτη Δημοτικού. Με τον εχθρικό ήλιο κόντρα προσπαθοώ να κρατήσω τα μάτια μου ανοιχτά.
Παρά κάτι σαράντα χρόνια αργότερα συναντήθηκα στο δρόμο τυχαία με έναν συμμαθητή από τότε. Δεκαετίες μας χώριζαν από την τελευταία φορά που είχαμε ειδωθεί. πριν ακόμα κλείσουμε τα δέκα μας. Με αναγνώρισε αμέσως είπε, κι εγώ δε δυσκολεύτηκα μα τον επαναφέρω στη φρέσκια μνήμη. Θυμήθηκα μάλιστα και το επίθετό του, μια δυο θέσεις πιο μπροστά από εμένα ήταν στην ουρά της φωτογράφησης.
Ανταλλάξαμε κάμποσες κουβέντες και τηλέφωνα, 'να μη χαθούμε' είπαμε και χωρίσαμε.
Τις προάλλες μου τηλεφώνησε ο παληός συμμαθητής. Τι λες πάμε να πιούμε τίποτα μπύρες και να τα πούμε; μου πρότεινε, αλλά εγώ δεν είμαι σε φόρμα για πολλές κουβέντες τελευταία.
υγ. Νομίζω αυτή είναι η πρώτη full face φωτογραφία που αναρτώ εδώ μέσα. Δε νομίζω πως μοιάζω με το πως είμαι σήμερα (βέβαια τότε θα μου πεις πως σε γνώρισε ο συμμαθητής;) αλλά αυτό θα μου το επιβεβαιώσουν μάλλον όσοι με έχουν γνωρλισει από κοντά. Εγώ αναγνωρίζω μόνο τη στάση της λουφαγμένης μου αριστερής παλάμης γιατί έτσι αράζει και σήμερα ακόμα.