Κατηφορίζουμε από το Αττικό Άλσος με το Γάλα (του Γιώργου Σιούγα, 2011) νωπό ακόμα στο μυαλό μας. Κοντεύουν μεσάνυχτα και μόλις έχει σχολάσει άλλη μια παράσταση του ετήσιου φεστιβάλ του ΕΚΚ με δωρεάν προβολές ελληνικών ταινιών. Συζητάμε για το φιλμ που μόλις είδαμε. Διαφωνούμε στην πραγματικότητα. Εγώ σεβόμενος το επιμελώς κρυμμένο βούρκωμα που μου ήρθε λίγο πριν τους τίτλους τέλους της ταινίας, της προσάπτω αφειδώς από τις τσέπες μου αστεράκια σινεκριτικής σε όλους τους τομείς: σενάριο, σκηνοθεσία, ηθοποιίες, φωτογραφία κλπ.
5 λεπτά αργότερα.
Γυναικεία κλάματα, πότε αχνά πότε να δυναμώνουν «σχίζουν τη
σιγαλιά της νύχτας» και διακόπτουν την κουβέντα μας: "Τα’ ακούς;", "Ναι, τ’ ακούω
από κει.","Όχι, από κει έρχονται.", "Χμμ, μάλλον έχεις δίκιο, πάμε
να δούμε" λέω.
- Είναι κανείς εδώ; Όλα καλά; φωνάζω καθώς μπαίνουμε
διστακτικά στο υποπαρκάκι με τους τεράστιους θάμνους στις παρυφές του Άλσους.
- Ναι εγώ είμαι και κλαίω λέει ήρεμα η νεαρή γυναίκα. Καθισμένη σε ένα
παγκάκι πίσω από τους μεγάλους θάμνους δε στρέφει το κεφάλι της καθόλου, συνεχίζει να κλαίει και να κοιτάζει μπροστά, τη φωτισμένη πόλη.
Το μικρόσωμο σγουρό σκυλί που κοιμάται στα πόδια της ξυπνάει από το λήθαργό του
και αρχίζει να γαυγίζει.
- Είσαι καλά; Θες κάτι;
- Ζαβολιά, σπίτι, γονείς ήταν οι τρεις λέξεις που κατάλαβα
μεταξύ των αναφιλητών από την απάντηση της γυναίκας.
- Είσαι καλά; Θες κάτι;
Το σγουρό σκυλί γαυγίζει ανήσυχο.
1 λεπτό αργότερα.
- Κάποιος ή μάλλον κάποια κλαίει, απαντάμε έκπληκτοι σε έναν τύπο που αρτιδιακτινισμένος από τα βάθη της δεκαετίας του 80 εμφανίζεται από το πουθενά και στέκεται τώρα δίπλα μας. Φράντζα, τεράστιος σκελετός γυαλιών , και μια αφόρητη μεταλλική μυρωδιά ξαναιδρωμένων ρούχων και σκόρδου. Κρατάει στο ένα χέρι ένα φορητό cd player και ένα δισκάκι του Βοσκόπουλου με το άλλο συστήνεται.
- Γειά σας, είμαι ψυχίατρος , ψυχολόγος και ψυχοθεραπευτής. Τα βράδια μου αρέσει να βολτάρω εδώ, ακούω Τόλη και μαζεύω και κανενα σκουπίδι. Μμμ, η κοπέλα κλαίει ε; Αφήστε τα όλα πάνω μου. Θα της μιλήσω εγώ, θα γίνει καλά.
Τράβηξε προς το μέρος της κλαίουσας, πλησιάσαμε κι εμείς ξανά προς το μέρος της: "Είσαι σίγουρη πως δε θέλεις κάτι και θέλεις να μείνεις μόνη εδώ;".
- Δεν είναι μόνη, είμαι εγώ εδώ τώρα, προλαβαίνει ο Ψ. Η κοπέλα αμίλητη. Δυο μηχανές της Δίας περνάνε με τους φάρους αναμμένους.
3 λεπτά αργότερα.
Φύγαμε καλώς ή κακώς δεν ξέρω, αμήχανοι, γελώντας, αφήνωντας τα πράγματα να εξελιχθούν χωρίς τη δική μας παρουσία.
Η σημερινή ειδησεογραφία ευτυχώς δεν αναφέρει κάτι συνταρακτικό στη γειτονιά μου, εκτός ίσως από αυτό.
Πάλι καλά, ξέσπασε η γυναίκα..
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο θέμα είναι σε ποιανού ... ειδικού τα χέρια την αφήσαμε.
ΔιαγραφήΕλπίζω να μην ήταν ψυχίατρος σαν εκείνον στο επεισόδιο στους Απαράδεκτους πού ήταν τρελός και έλεγε συνέχεια "είμαι γιατρός, μόνο εγώ είμαι γιατρός".
ΑπάντησηΔιαγραφήΕπίσης το ιπτάμενο μπουκάλι στην φωτογραφία έχει κάποιο συμβολισμό;
Το γάλα, προφανώς...
ΔιαγραφήΟυδείς επαγγελματίας δίδει αφιλοκερδώς τις υπηρεσίες του... παρά μόνον την κάρτα του!
mahler ήταν χειρότερος απ οτι περιγράφεις, αν έλεγε μελετητης ΑΤΙΑ θα ηταν παρα πολυ πιο πιστευτος. οσο για το β ερωτημα με καλυψε ο ανωνυμος παραπανω
ΑπάντησηΔιαγραφήΑγαπητε ανωνυμε εισαι δυο στα δυο! Αν και στο β, απλα εικαζω καθως ποτε δεν ειχα καρτα - που σημαίνει μαλλον πως ποτε δεν ήμουν επαγγελματιας σε κατι. χμμμ, θα το σκεφτω ξανα αυτο
Θα το χαρακτηρίσω με μια ξένη λέξη: σουρεαλιστικό! (ή κάπου κει κοντά).
ΑπάντησηΔιαγραφήΞενούδης
ακριβώς αγαπητέ Ξενούδη, είναι εκείνος ο υπαρκτός σουρεαλισμός που ξεπερνάει τα δικά μας ανθρώπινα μέτρα.
Διαγραφή